Τα κορίτσια που γεννιούνται από γονείς με διαταραχές της διάθεσης έχουν αυξημένο δείκτη μάζας σώματος από την ηλικία των 12 ετών, σύμφωνα με τα ευρήματα νέας μελέτης.
Η Nitya Adepalli, από το Πανεπιστήμιο Dalhousie στο Χάλιφαξ της Νέας Σκωτίας, στον Καναδά, και οι συνεργάτες της διεξήγαγαν μελέτη σε νέους που αντιμετωπίζουν κίνδυνο για την εμφάνιση διαταραχών της διάθεσης λόγω οικογενειακού ιστορικού.
Τους παρακολούθησαν από τον Ιανουάριο του 2014 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2022, για να εξεταστεί η ηλικία στην οποία όσοι διέτρεχαν κίνδυνο για διαταραχές της διάθεσης άρχισαν να έχουν αποκλίνουσα συμπεριφορά σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου. Η μελέτη περιελάμβανε 394 κορίτσια και αγόρια γονέων με ή χωρίς διαταραχές της διάθεσης.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι νέοι που αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για διαταραχές της διάθεσης, δεν εμφάνισαν συνολική διαφορά στο σωματικό βάρος από όσους ανήκαν στην ομάδα ελέγχου. Παρατηρήθηκε ωστόσο, μια ειδική ως προς το φύλο διαφορά, με ταχεία περιεφηβική αύξηση του σωματικού βάρους σε θηλυκά με οικογενειακό ιστορικό έναντι της ομάδας ελέγχου, που οδήγησε σε σημαντικά αυξημένο Δείκτη Μάζας Σώματος σε ηλικία 12 ετών και άνω, ανεξάρτητα από την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, την προωρότητα ή το βάρος γέννησης.
Δεν παρατηρήθηκε αντίστοιχη διαφορά για τα αγόρια που αντιμετώπιζαν οικογενειακό κίνδυνο έναντι της ομάδας ελέγχου σε οποιαδήποτε ηλικία.
«Περαιτέρω έρευνα θα πρέπει να εξετάσει τη συσχέτιση της πρώιμης παρέμβασης για την προστασία από την ανάπτυξη διαταραχών διάθεσης και βάρους σε αυτή την ομάδα υψηλού κινδύνου», σημειώνουν οι συγγραφείς.
«Επιπλέον, η εκπαίδευση για τη σχέση μεταξύ ψυχικής και σωματικής υγείας και η ενδελεχής εξέταση του στίγματος που σχετίζεται με τις παθήσεις ψυχικής υγείας και το αυξημένο σωματικό βάρος, θα αποτελούσε ευκαιρία ενδυνάμωσης για τους νέους».
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση JAMA Network Open.
Πηγή: Onmed.gr