Στη διελκυστίνδα ενός –μάλλον αμήχανου και χαμηλότονου– κοινωνικού διαλόγου για το ζήτημα της ίδρυσης μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα, η προσέγγιση των φοιτητών στο αναμενόμενο σχέδιο νόμου της κυβέρνησης μοιάζει να έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα. Στο παρελθόν, η φοιτητική κοινότητα διαδραμάτιζε πρωταγωνιστικό ρόλο στον διάλογο που γινόταν τόσο σε σχέση με ζητήματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όσο και ευρύτερα στις πολιτικές εξελίξεις. Μπορεί σήμερα το άλλοτε επιδραστικό φοιτητικό κίνημα να έχει χάσει την αίγλη και τη μαζικότητά του, όμως άνθρωποι που έχουν ζήσει από πρώτο χέρι τη ζωή στα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια, ως αναπόσπαστα μέλη της εγχώριας ακαδημαϊκής κοινότητας, παίρνουν θέση για τις εξελίξεις. Εκφράζουν συγκλίσεις και αποκλίσεις, ανησυχίες και προβληματισμούς για το πώς θα επιδράσει η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων στον χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. «Το σημαντικότερο είναι οι κανόνες και οι προϋποθέσεις» «Για να απαντήσει κανείς στο εάν είναι θετικά ή αρνητικά διακείμενος στη ρύθμιση της κυβέρνησης, θα πρέπει πρώτα να αποσαφηνιστεί τι ακριβώς είναι το “μη κρατικό, μη κερδοσκοπικό” πανεπιστήμιο», λέει στην «Κ» ο 26χρονος Στράτος Μαρινάτος, ο οποίος έχει «θητεύσει» στο ελληνικό πανεπιστήμιο για προπτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές για παραπάνω από 6 χρόνια. Σύμφωνα με τον ίδιο, «τα δημοφιλέστερα πανεπιστήμια στην Ευρώπη είναι μη κρατικά, αλλά δημόσια». Ο Στράτος εξηγεί ότι «αυτό σημαίνει ότι, ναι μεν δεν ανήκουν στο κράτος, ωστόσο χρηματοδοτούνται από δημόσιους φορείς». Αλλωστε, όπως επισημαίνει, τα πανεπιστήμια αυτά είναι μη κρατικά, «διότι την εποχή που ιδρύθηκαν δεν υφίστατο καν η έννοια του κράτους. Ως εκ τούτου, τα μη κρατικά πανεπιστήμια στην Ευρώπη δεν ταυτίζονται με τα “μη κρατικά” πανεπιστήμια στην Ελλάδα, όπου ο όρος παραπέμπει στην πραγματικότητα στα ιδιωτικά πανεπιστήμια». Ο Δημήτρης Κορσαβίδης, φοιτητής Νομικής στο ΑΠΘ, τονίζει ότι δεν είναι αρνητικός στο άνοιγμα κανενός πανεπιστημίου. «Κάθε εκπαιδευτικό ίδρυμα που ανοίγει, και δη πανεπιστήμιο, είναι σημαντικά επωφελές για την κοινωνία μας», λέει χαρακτηριστικά στην «Κ», εξηγώντας ότι αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι οι κανόνες και οι προϋποθέσεις που θα τεθούν. «Το ζητούμενο είναι τα ιδιωτικά αυτά πανεπιστήμια να μην καταστούν “περίπτερα πτυχίων”, όπου θα πληρώνεις και θα μπορείς “να είσαι ό,τι δηλώνεις” και με πιστοποίηση», σημειώνει, ενώ σπεύδει να αποσαφηνίσει την επιφυλακτικότητά του «με δεδομένες τις παθογένειες της ελληνικής επιχειρηματικότητας», όπως σχολιάζει. Ευκαιρία για νέες προοπτικές; Από την πλευρά της, η Κατερίνα Γιολδάση, φοιτήτρια του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, θίγει τις παθογένειες του ελληνικού πανεπιστημίου και το σύστημα εισαγωγής. Λέει στην «Κ» ότι «ίσως πλέον τα μη κρατικά πανεπιστήμια να αποτελούν μια παραπάνω ευκαιρία», παρά το γεγονός ότι υπό άλλες συνθήκες πιθανώς να δήλωνε αρνητική στην προοπτική ίδρυσής τους. Η ίδια, μάλιστα, εκτιμά ότι τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα μπορέσουν να ανοίξουν αναπτυξιακές προοπτικές στην ελληνική οικονομία, «καθώς θα υπάρχουν περισσότεροι ειδικευόμενοι σε σχολές του μέλλοντος και ίσως περιοριστεί το φαινόμενο μαθητές, μην έχοντας άλλη επιλογή και προκειμένου να σπουδάσουν, να εισάγονται σε σχολές χωρίς επαγγελματική αποκατάσταση». Στο ίδιο ερώτημα, αναφορικά με τις αναπτυξιακές προοπτικές της ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων, ο Δημήτρης θέτει εκ νέου στο επίκεντρο τους όρους της εκάστοτε επένδυσης: «Αν μιλάμε για επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων, τότε ασφαλώς θα υπάρχει όφελος για την ελληνική οικονομία. Αν όμως απλά, τα ήδη λειτουργούντα κολέγια αλλάξουν ταμπέλα στην εξώπορτα, τότε δεν πιστεύω ότι ανοίγει κάποια προοπτική», σημειώνει. Ο Στράτος από την πλευρά του βλέπει επιφυλακτικά το επιχείρημα ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα ανοίξουν νέες θέσεις εργασίας και θα δώσουν αναπτυξιακές προοπτικές. «Οσον αφορά το brain drain, οι περισσότεροι από τους Ελληνες καθηγητές του εξωτερικού διδάσκουν σε σπουδαία πανεπιστήμια της Ευρώπης και, άρα, φαντάζει ουτοπικό να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους, προκειμένου να διδάξουν σε αμφιβόλου κύρους ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ως προς το δεύτερο, θα πρέπει κανείς να δει πόσοι είναι οι φοιτητές που εγκαταλείπουν την Ελλάδα για να πάνε στην Κύπρο και πόσοι είναι αντίστοιχα εκείνοι που εγκαταλείπουν την Κύπρο για να έρθουν στην Ελλάδα. Θα καταλάβει γρήγορα ότι οι δεύτεροι είναι αρκετά περισσότεροι από τους πρώτους», υπογραμμίζει. Φθηνότερη λύση για κάποιον που θα σπούδαζε στο εξωτερικό Ρωτάμε και τους τρεις αν η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων θα μπορέσει να μειώσει το κόστος για φοιτητές και τις οικογένειές τους που υπό τις παρούσες συνθήκες θα επέλεγαν να σπουδάσουν στο εξωτερικό. «Ενδεχομένως, αν κοιτάξει κανείς τους απόλυτους αριθμούς εξόδων, να θεωρήσει ότι η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα παρέχει μια φθηνότερη λύση σε κάποιον που θα σπούδαζε στο εξωτερικό, καθώς τον απαλλάσσει από βασικά έξοδα (βλ. το νοίκι)», απαντά ο Στράτος. Σημειώνει, ωστόσο, ότι θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν και η ποιότητα των παρεχόμενων σπουδών στην περίπτωση ίδρυσης ιδιωτικών ιδρυμάτων. «Αφού τα κορυφαία πανεπιστήμια του εξωτερικού δεν έχουν επεκταθεί σε άλλες χώρες τις Ευρώπης και, με ρεαλιστικούς όρους, δεν πρόκειται να επεκταθούν ούτε και στη δική μας, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια που θα ιδρυθούν δεν θα παρέχουν το απαιτούμενο επίπεδο σπουδών» εκτιμά. «Σε πολλά από τα ιδιωτικά πανεπιστήμια παρατηρείται το δυσάρεστο φαινόμενο των εξοντωτικών ωραρίων, με αποτέλεσμα να επέρχεται ερευνητική στασιμότητα» προσθέτει. Ο Δημήτρης συμφωνεί λέγοντας ότι η τιμή κόστους βρίσκεται πάντα σε συσχέτιση με την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. «Προφανώς τα ιδρύματα αυτά, για λόγους ανταγωνισμού, θα επιδιώξουν να είναι οικονομικότερα από αντίστοιχα του εξωτερικού. Δεν ξέρω τι μπορεί αυτό να συνεπάγεται για τη βιωσιμότητα ή την ποιότητα των υπηρεσιών. Ομως, σε κάθε περίπτωση, αν οι φοιτητές σπουδάσουν σε κάποιο ίδρυμα στην πόλη διαμονής των γονέων τους, θα εξοικονομήσουν χρήματα από στέγαση και σίτιση», τονίζει, υπενθυμίζοντας ότι για τους φοιτητές από την επαρχία το κόστος στέγασης και σίτισης είναι δεδομένο έτσι κι αλλιώς. Η Κατερίνα από την πλευρά της δηλώνει αισιόδοξη ότι τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα είναι μια λύση για τους φοιτητές προκειμένου να μη φύγουν στο εξωτερικό. «Θα έχουν την ευκαιρία να παραμείνουν εντός Ελλάδας και να σπουδάσουν κάτι που τους ενδιαφέρει», λέει στην «Κ». Προβληματίζει η αίσθηση εγκατάλειψης των δημόσιων ιδρυμάτων Και οι τρεις, πάντως, αναγνωρίζουν πολλές θετικές παραμέτρους λειτουργίας των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων. Ο Στράτος, έπειτα από έξι χρόνια σπουδών, δηλώνει ότι τα δημόσια πανεπιστήμια στελεχώνονται από αξιόλογο καθηγητικό προσωπικό. Ο Δημήτρης συμπληρώνοντας στέκεται στο κύρος τους «που εξασφαλίζεται από τη μακρά ιστορική τους παρουσία» και τη θεσμικά κατοχυρωμένη ώσμωσή τους με όλα τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Η Κατερίνα τονίζει τον απολύτως δωρεάν χαρακτήρα των σπουδών στα δημόσια πανεπιστήμια, τουλάχιστον στα προπτυχιακά προγράμματα. Εμφανίζονται, όμως, προβληματισμένοι για την εικόνα των υποδομών τους. «Δίνεται μία αίσθηση εγκατάλειψης, που πολλές φορές αποθαρρύνει τους φοιτητές από την παρακολούθηση των ακαδημαϊκών μαθημάτων τους, αλλά και τους στερεί τη δυνατότητα μελέτης εντός της πανεπιστημιούπολης», λέει χαρακτηριστικά ο Στράτος επιρρίπτοντας ευθύνες στην κρατική αδιαφορία και την υποχρηματοδότηση. Ο Δημήτρης συμπληρώνει για το θέμα της υποχρηματοδότησης: «Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση δεν έχει διάθεση στήριξης του δημόσιου πανεπιστημίου, αφού αν υπήρχε τέτοια διάθεση, παράλληλα με τη μεταρρύθμιση των μη κρατικών ΑΕΙ που επιδιώκει, θα είχε αυξήσει σημαντικά το ποσό χρηματοδότησης προς τα δημόσια ΑΕΙ». Η στάση των φοιτητικών παρατάξεων Πριν από ακριβώς 17 χρόνια, οι οργανωμένες κινητοποιήσεις των φοιτητών είχαν σταθεί εμπόδιο στην προωθούμενη από την τότε κυβέρνηση αναθεώρηση του άρθρου 16. Σήμερα, τα δεδομένα είναι εντελώς διαφορετικά για το φοιτητικό κίνημα. Η ανακοίνωση της πρόθεσης της κυβέρνησης να νομοθετήσει την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων προκάλεσε μεν κινητικότητα, κυρίως από τις αριστερές παρατάξεις, με Γενικές Συνελεύσεις και καλέσματα κινητοποιήσεων, αλλά η μαζικότητά τους δεν θυμίζει σε καμία περίπτωση αυτές του παρελθόντος. Φοιτητές που συμμετέχουν στις διαδικασίες των συλλόγων τους, κάνουν λόγο για οριακές απαρτίες στις Γενικές Συνελεύσεις –με ορισμένα τμήματα με πιο πολιτικοποιημένη παράδοση να εξαιρούνται–, ενώ σημαντικό μερίδιο των νέων που φοιτούν στα ελληνικά πανεπιστήμια δεν νιώθει να εκφράζεται από τις υφιστάμενες πολιτικές δυνάμεις. Ενδεικτικά είναι τα χαμηλά ποσοστά συμμετοχής στις φοιτητικές εκλογές, αλλά και η πολυετής «νέκρωση» της ΕΦΕΕ που έχει σαν παράδοξο απότοκο κάθε φοιτητική παράταξη να εκδίδει τα δικά της αποτελέσματα στο τέλος των φοιτητικών εκλογών. Οσον αφορά τις θέσεις των παρατάξεων, η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ στηρίζει τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης, κατηγορώντας άλλες πολιτικές δυνάμεις ότι «θέλουν να επιβάλουν τη φυγή ακόμα περισσότερων νέων σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, καθιστώντας μάλιστα την Ελλάδα παγκόσμια εξαίρεση και ουραγό στην τριτοβάθμια εκπαίδευση». Από την πλευρά της η Πανσπουδαστική Κίνηση Συνεργασίας έχει πάρει θέση κατά των ιδιωτικών πανεπιστημίων και στηρίζει πρωτοβουλίες προς αυτήν την κατεύθυνση. Κατά του νομοσχεδίου τοποθετούνται και οι δυνάμεις των ΕΑΑΚ. Οσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, εν αναμονή της στάσης του κόμματος στη Βουλή, η νεολαία με ανακοίνωσή της στηρίζει τις κινητοποιήσεις των φοιτητών. Πηγή: kauhmerinh.gr
Σχόλια (
)
|