Νέο κεφάλαιο ανοίγει το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) στο μάθημα της Λογοτεχνίας, αλλάζοντας τα προγράμματα σπουδών, καθώς και τον τρόπο διδασκαλίας του μαθήματος σε Γυμνάσιο και Λύκειο Νέο κεφάλαιο ανοίγει το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) στο μάθημα της Λογοτεχνίας, αλλάζοντας τα προγράμματα σπουδών, καθώς και τον τρόπο διδασκαλίας του μαθήματος σε Γυμνάσιο και Λύκειο. Στα νέα προγράμματα, βάσει των οποίων θα συγγραφούν τα βιβλία, προτείνονται συνολικά 63 λογοτεχνικά κείμενα: μυθιστορήματα, διηγήματα, νουβέλες, ποιήματα, θεατρικά κείμενα. «Τα νέα προγράμματα σπουδών αναδεικνύουν την έννοια της διαλογικότητας των λογοτεχνικών κειμένων μέσω της οργάνωσης της μαθησιακής διαδικασίας βάσει ενοτήτων – συστάδων κειμένων που οργανώνονται θεματικά. Στο πλαίσιο αυτό, επιλέγονται κείμενα λογοτεχνών που διαμόρφωσαν τη λογοτεχνική παράδοση, αλλά και κείμενα νεότερων και σύγχρονων λογοτεχνών από τον χώρο της ποίησης, της πεζογραφίας, του θεάτρου, του λογοτεχνικού δοκιμίου και ακόμη στίχοι τραγουδιών, κόμικς, γκράφικ νόβελ. Η πολυμορφία του περιεχομένου αλλά και των διδακτικών πρακτικών δίνει τη δυνατότητα καλλιέργειας ποικίλων γραμματισμών, στοχεύοντας παράλληλα στην ενεργητική αισθητική απόλαυση», παρατηρεί στην «Κ» η Πολυξένη Μπίλλα, σύμβουλος Α΄ στο ΙΕΠ. Από την πλευρά του ο Κώστας Αγγελάκος, καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας του Ιόνιου Πανεπιστημίου και διευθυντής του περιοδικού «Νέα Παιδεία», παρατηρεί στην «Κ» ότι «η διδασκαλία της Λογοτεχνίας στο σχολείο χαρακτηρίζεται την τελευταία περίπου δεκαετία από την αντίφαση της ανανέωσης των προγραμμάτων σπουδών από την μια και της προβληματικής εφαρμογής τους από την άλλη. Ενδεικτική είναι, κατ’ αρχάς, η περίπτωση του πολύ αξιόλογου προγράμματος του 2011 το οποίο, κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, εφαρμόστηκε μόνο στην Α΄ Λυκείου και εξακολουθεί να ισχύει θεωρητικά έως σήμερα μόνο στην τάξη αυτή, απονευρωμένο και κατατεμαχισμένο από συνεχείς παρεμβάσεις. Πολύ σύγχρονο επιστημονικό προσανατολισμό έχει και το πρόγραμμα των αρχών του 2019, το οποίο αφορά κυρίως τη Γ΄ Λυκείου. Η εφαρμογή του συνδέθηκε με την εξέταση της Λογοτεχνίας στις Πανελλήνιες, γεγονός που επανέφερε το μάθημα στο προσκήνιο της σχολικής πραγματικότητας, αλλά και στη μέγκενη των διοικητικών και εξεταστικών μηχανισμών». Σύμφωνα με τον ίδιο, τα νέα προγράμματα συνεχίζουν και ενισχύουν τον σύγχρονο προσανατολισμό στη διδασκαλία της Λογοτεχνίας, αλλά «θα κληθούν να αντιμετωπίσουν τη μεγαλύτερη δοκιμασία στην εφαρμογή τους, εξαιτίας του εγκλωβισμού του σημερινού σχολείου και ιδιαίτερα του Λυκείου στη στείρα αναπαραγωγή της σχολικής γνώσης, με χαρακτηριστικό φαινόμενο τη δραματική συρρίκνωση των λογοτεχνικών κειμένων στις συμπληγάδες της τράπεζας θεμάτων και των Πανελληνίων Εξετάσεων». Βέβαια, η τελική αξιολόγησή τους θα γίνει μέσα στην τάξη. «Κατά τις συζητήσεις επισημάνθηκε ότι οι εκπαιδευτικοί καλούνται να διδάξουν ένα γνωστικό αντικείμενο ιδιαίτερο, που πέρα από την αισθητική απόλαυση έχει τα δικά του “κλειδιά” προσέγγισης, έχει τη δική του ιστορία και μέσω αυτού εισάγεται ένας άλλος τρόπος ζωής. Συζητήθηκε το πώς το μάθημα μπορεί να γίνει θελκτικό, να κερδίσει χώρο απέναντι στο δέλεαρ της ηλεκτρονικής καθημερινότητας των παιδιών κάθε ηλικίας», παρατηρεί στην «Κ» η Κατιάννα Μίχα, ιστορικός-εκπαιδευτικός, πρόεδρος της Εταιρείας Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας της Σχολής Μωραΐτη, μιλώντας για το πρόσφατο διεθνές συνέδριο (οργανώθηκε από τη Σχολή Μωραΐτη, το Ιόνιο Πανεπιστήμιο και το περιοδικό «Νέα Παιδεία») με άξονες την αμφίδρομη σχέση Ιστορίας και Λογοτεχνίας και τη Λογοτεχνία στην εκπαίδευση. Οπως προσθέτει η κ. Μίχα, «προβλημάτισαν τα στενά χρονικά περιθώρια μέσα στα οποία καλείται ο εκπαιδευτικός να εφαρμόσει όσα αναφέρουν τα προγράμματα σπουδών, όπως η δημιουργική γραφή, το πολλαπλό βιβλίο, η ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, ο δοκιμιακός λόγος, η διαθεματικότητα. Για να μην παραμείνουν έπεα πτερόεντα όσα εξαγγέλλονται, αναγκαίες είναι η εναρμόνιση των προγραμμάτων σπουδών με τα ωρολόγια προγράμματα και η συνεχής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών». πηγή:kathimerini
Σχόλια (
)
|