Μόλις 9.743 κλίνες σε φοιτητικές εστίες πανελλαδικά υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην χώρα, ενώ ταυτόχρονα ο αριθμός του φοιτητικού πληθυσμού που θεωρητικά δικαιούται στέγαση (περίπου 450.000) παραμένει συντριπτικά μεγαλύτερος από τον αριθμό των διαθέσιμων κλινών στις υπάρχουσες εστίες.
Ακόμα και αν ο αριθμός των δυνητικά δικαιούχων μειωθεί από κατηγορίες όπως α) φοιτητές/τριες που σπουδάζουν στην πόλη τους, β) φοιτητές/τριες που καλύπτουν από επιλογή το κόστος διαμονής τους γ) φοιτητές/τριες που κάνουν δεύτερο πτυχίο ή/και είναι άνω των 25, και πάλι παραμένει πολύ μεγαλύτερος από τον αριθμό των διαθέσιμων κλινών στις υπάρχουσες εστίες.
Επίσης, αξόμα και όταν ολοκληρωθεί η πρόσφατη κυβερνητική εξαγγελία ότι μέσω ΣΔΙΤ θα δημιουργηθούν περισσότερες από 8.150 κλίνες, με κόστος πάνω από 540 εκατομμύρια ευρώ οι εστίες δεν επαρκούν, γεγονός που, μαζί με τη μειωμένη παραγωγή κατοικίας την περίοδο της κρίσης, την αύξηση των κερδοσκοπικών επενδύσεων στα ακίνητα, τη χρηματιστικοποίηση της κατοικίας, τις πιέσεις από την τουριστική χρήση του οικιστικού αποθέματος, και την πλήρη απουσία δημόσιας παρέμβασης για τη διασφάλιση οικονομικά προσιτής κατοικίας, δημιουργούν ένα εκρηκτικό όσο και εφιαλτικό τοπίο στο θέμα της στέγασης τοσο των φοιτητών, όσο όμως και των εκπαιδευτικών ειδικά στις τουριστικές περιοχές...
Την ίδια στιγμή, η αύξηση του χορηγούμενου στεγαστικού φοιτητικού επιδόματος από 1.000 σε 1.500 ευρώ ετησίως και η πρόβλεψη χορήγησης επιδόματος ύψους 2.000 ευρώ σε περίπτωση συγκατοίκησης ενός/μίας δικαιούχου με άλλο φοιτητή/τρια στην ιδία μισθωμένη κατοικία, δεν επαρκούν για να ανακουφίσουν τις οικογένειες. Γιατί;
Σύμφωνα με τη δρ. Πολεοδομίας-Χωροταξίας, Δήμητρα Σιατίτσα, «η ανακοίνωση μέτρων και η πρόθεση δέσμευσης πόρων για την υποστήριξη της στέγασης των φοιτητριών/ών αποτελεί μια θετική εξέλιξη. Παρόλα αυτά, όπως έχουμε δει και σε άλλους τομείς πολιτικής, η αύξηση των επιδομάτων χωρίς οριοθέτηση των ενοικίων απορροφάται από αυξήσεις στις τιμές. Επιπλέον, η πολιτική αυτή δεν αντιμετωπίζει το ζήτημα της κακής κατάστασης μεγάλου μέρους των κατοικιών που νοικιάζονται σε πιο προσιτές τιμές, αλλά παρουσιάζουν σημαντικά προβλήματα υγρασίας, μούχλας, φθορών, έλλειψης θέρμανσης κα. Επομένως, χρειάζονται προδιαγραφές και έλεγχος».
Ολα αυτά τα αποκαλυπτικά στοιχεία για το πρόβλημα της φοιτητικής στέγης στην Ελλάδα, τα υψηλά ενοίκια και τα μικρά σπίτια, προκύπτουν από μεγάλη έρευνα της Δανάης Μαραγκουδάκη και της Κορίνας Πετρίδη για λογαριασμό του Ινστιτούτου για την Έρευνα & την Κοινωνική Αλλαγή ETERON, την οποία αναδημοσιεύουμε ακολούθως.
Η έρευνα του Ινστιτούτου ETERON
Τα βήματα είναι απλά: Ψάχνεις να βρεις δωμάτιο στην εστία, παράλληλα, ψάχνεις για ένα οποιοδήποτε σπίτι. Αν δεν βρεις στην εστία, πιάνεις όποιο σπίτι βρεις, εξάλλου δεν είναι και πολλά διαθέσιμα. Σε δεύτερο χρόνο ψάχνεις να βρεις κάτι καλύτερο. Κατά αυτόν τον τρόπο πλοηγείται η μεγάλη μερίδα των φοιτητών/τριών που σπουδάζει εκτός της πόλης που μέχρι πρότινος κατοικούσε.
Το ζήτημα της φοιτητικής στέγης πάντα περιλάμβανε προβλήματα όπως την κακή κατάσταση των σπιτιών, τα υψηλά ενοίκια σε περιοχές με πανεπιστήμια ή τα αυστηρά κριτήρια για διασφάλιση ενός δωματίου σε φοιτητική εστία. Τα τελευταία χρόνια όμως τα παραπάνω προβλήματα έχουν οξυνθεί. Η εξάπλωση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, η χρηματιστικοποίηση της κατοικίας και η ανεξέλεγκτη τουριστικοποίηση έχουν οδηγήσει σε ακόμα πιο ακριβά ενοίκια, αλλά και σε μείωση του οικιστικού αποθέματος προς ενοικίαση.
Το ίδιο πρόβλημα βέβαια αντιμετωπίζουν και κάποιες επαγγελματικές κατηγορίες όπως για παράδειγμα οι αναπληρωτές/τριες δάσκαλοι/ες, οι γιατροί κ.ά. Ένα τέτοιο περιστατικό έλαβε χώρα πρόσφατα στην Πάρο, όπου εκπαιδευτικός που ήταν να εργαστεί σε γυμνάσιο του νησιού, παραιτήθηκε από τα καθήκοντα επειδή δεν βρήκε σπίτι για να μείνει. Ανάλογες δυσκολίες αντιμετωπίζουν εκπαιδευτικοί σε πολλά νησιά των Κυκλάδων, καθώς έχει γίνει πλέον συνήθης πρακτική οι ιδιοκτήτες να νοικιάζουν τα σπίτια μόνο για 9μηνο (Σεπτ-Ιουνίο) ώστε να να εκμεταλλεύονται την τουριστική σεζόν για επιπλέον εισοδήματα.
Στα Δωδεκάνησα, οι ενώσεις των εκπαιδευτικών ζητούν από τα αρμόδια υπουργεία και την τοπική αυτοδιοίκηση να βρουν λύση στο πρόβλημα προκειμένου να καλυφθούν άμεσα οι ανάγκες με μισθώσεις ξενοδοχείων και κατοικιών όπως και να θεσπιστεί επίδομα στέγασης. Σύμφωνα με τη Β’ ΕΛΜΕ Δωδεκανήσου, η επιλογή για κάποιον νεοδιόριστο ή αναπληρωτή που παρουσιάστηκε την 1η Σεπτέμβρη στο σχολείο, είναι είτε να πληρώσει ξενοδοχείο, είτε να αναζητήσει οικονομικότερη λύση στο κάμπινγκ μέχρι και στο αυτοκίνητο.
Τρία χρόνια σπουδών, τρία διαφορετικά σπίτια
Ο Αλέξανδρος είναι φοιτητής στο τμήμα Μηχανικών Σχεδίασης Προϊόντων και Συστημάτων στη Σύρο. Έπιασε το πρώτο του σπίτι το φθινόπωρο του 2020, ένα επιπλωμένο διαμέρισμα 35 τμ. Το συμβόλαιο προέβλεπε διάρκεια μίσθωσης 9 μηνών.
Άφησε το σπίτι λίγους μήνες αργότερα, στις αρχές του 2021, καθώς εκείνη τη χρονιά λόγω κορονοϊού το σύνολο των ελληνικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων πραγματοποιούσε τις διαλέξεις μέσω τηλεδιάσκεψης.
Φέτος θα είναι η τρίτη χρονιά των σπουδών του. Μέχρι σήμερα έχει αλλάξει τρία διαφορετικά σπίτια, το προφίλ των οποίων είναι κοινό: επιπλωμένα διαμερίσματα των 30-35 τμ, με το ενοίκιο να υπερβαίνει τα 300 ευρώ και σε ορισμένες περιπτώσεις να προσεγγίζει τα 400. Και κυρίως: σε όλα τα συμβόλαια υπήρχε η ρήτρα ότι θα πρέπει να έχει αφήσει το σπίτι τέλη Ιουνίου με αρχές Ιουλίου.
Ο Μύρων Μαραγκίδης είναι ιδιοκτήτης μεσιτικού γραφείου στον Πειραιά. Επιβεβαιώνει ότι η εκμίσθωση ακινήτων για διάστημα κάποιων λίγων μηνών είναι μία πρακτική όλο πιο συχνή τα τελευταία χρόνια στα ελληνικά νησιά. Υποστηρίζει πως ένα ήδη παγιωμένο μοτίβο εκμετάλλευσης των φοιτητών και φοιτητριών εντάθηκε τα τελευταία χρόνια με την εκτόξευση στην τιμή των ενοικίων. «Νοικιάζουν ελαφρώς ανακαινισμένα υπόγεια και ημιυπόγεια για 400-450 ευρώ. Αν δεν υπήρχαν φοιτητές, αυτά τα σπίτια δεν θα τα νοίκιαζαν ούτε για 200 ευρώ».
Εμπειρικά έχει παρατηρήσει πως η τιμή ενός διαμερίσματος μειώνεται κατά 20-25% εφόσον δεν ενοικιαστεί την περίοδο των εγγραφών στα εκπαιδευτικά Ιδρύματα, δηλαδή τον Σεπτέμβρη και τον Οκτώβρη.
Αυξημένα ενοίκια
Σύμφωνα με το Spitogatos Insights, σε επίπεδο επικράτειας για το 2022, η μέση ζητούμενη τιμή ενοικίασης φοιτητικών κατοικιών 1 σημειώνει αύξηση 7,7%, σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Στην Αθήνα οι τιμές ενοικίασης φοιτητικών σπιτιών με την υψηλότερη ζητούμενη τιμή εντοπίζονται στο Κολωνάκι – Λυκαβηττό, Μετς, Κουκάκι, Δάφνη, Γουδή και Ιλίσια.
Στη Θεσσαλονίκη αντίστοιχα είναι το κέντρο, η Νέα Παραλία, οι Σαράντα Εκκλησιές, η Δόξα και η Ευαγγελίστρια.
Στην υπόλοιπη Ελλάδα, η υψηλότερη μέση ζητούμενη τιμή ενοικίασης φοιτητικών κατοικιών καταγράφηκε σε Κέρκυρα, Χανιά, Ρέθυμνο, Πρέβεζα, Τρίκαλα, Ηράκλειο Κρήτης και Βόλο.
Ακριβά ενοίκια, μικρά σπίτια, φτηνές κατασκευές
Η Φιλαρέτη είναι φοιτήτρια στη τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ στο ΑΠΘ. Εγγράφηκε κι εκείνη στη σχολή το Φθινόπωρο του 2020, αλλά μετακόμισε μόνιμα στην Θεσσαλονίκη πριν από έναν χρόνο λόγω πανδημίας.
Για δύο σχεδόν εβδομάδες έβλεπε τρία με τέσσερα διαμερίσματα τη μέρα. Οι ιδιοκτήτες και οι μεσίτες την πίεζαν να δώσει άμεσα μία απάντηση, γιατί ισχυρίζονταν ότι τα σπίτια είχαν μεγάλη ζήτηση.
Ο αρχικός σχεδιασμός ήταν να βρει ένα επιπλωμένο σπίτι με ενοίκιο 380 – 400 ευρώ, αλλά με αυτό το budget τα διαμερίσματα που έβλεπε δεν ήταν μεγαλύτερα από 20-25 τμ. Πολλά από αυτά παρουσίαζαν βλάβες, τις οποίες οι ιδιοκτήτες υπόσχονταν ότι θα διορθώσουν «κάποια στιγμή στο μέλλον».
Το σπίτι που βρήκε τελικά είναι 35 τμ, επιπλωμένο, με ενοίκιο 450 ευρώ, που όμως περιλαμβάνει όλα τα βασικά πάγια έξοδα του σπιτιού: ρεύμα, νερό και ίντερνετ. Ωστόσο, ένα χρόνο αργότερα, έχει αρχίσει ήδη να εντοπίζει βλάβες.
«Αυτό που βλέπω και από φίλους είναι ότι στην αρχή τα σπίτια φαίνονται καλά επειδή έχουν κάνει μια μοντέρνα κατασκευή, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η κατασκευή είναι καλή και λειτουργική, με αποτέλεσμα στην πορεία να εμφανίζονται διαφορά προβλήματα».
Τα τελευταία χρόνια πολλοί συμφοιτητές και συμφοιτήτριές της έχουν αρχίσει να αναζητούν συγκατοίκους για να μειώσουν το στεγαστικό κόστος. Συνήθως καταλήγουν να μοιράζονται πολύ μικρά διαμερίσματα μόνο και μόνο για να πέσει το ατομικό μηνιαίο μίσθωμα λίγο κάτω από τα 400 ευρώ.
Γιατί είναι λιγότερα τα σπίτια;
Η απάντηση είναι πολυπαραγοντική και χρήζει εκτενέστερης ανάλυσης, ωστόσο «ευθύνες» για το πρόβλημα μπορούν να αποδοθούν α) στη μειωμένη παραγωγή κατοικίας την περίοδο της κρίσης, β) στην αύξηση των κερδοσκοπικών επενδύσεων στα ακίνητα, γ) στη χρηματιστικοποίηση της κατοικίας, δ) στις πιέσεις από την τουριστική χρήση του οικιστικού αποθέματος, και ε) στην πλήρη απουσία δημόσιας παρέμβασης για τη διασφάλιση οικονομικά προσιτής κατοικίας. 2
Το πρώτο είναι αρκετά σαφές και συνδυάζεται με την απουσία πολιτικών στήριξης για πρόσβαση σε ικανοποιητικές συνθήκες κατοικίας με την υπόρρητη υπόθεση ότι τα προβλήματα στέγασης σε μεγάλο βαθμό εξακολουθούν να λύνονται μόνα τους. Η αύξηση των επενδύσεων στην αγορά ακινήτων προέκυψε μεταξύ άλλων ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Αμέσως μετά την κρίση, υπήρξε μια υπερσυγκέντρωση κεφαλαίου, όπου υπήρχαν άμεσα διαθέσιμα κεφάλαια, τα οποία “έπρεπε” να επενδυθούν.
Αυτό οδήγησε σε μια στροφή σε ακίνητα από θεσμικούς επενδυτές (funds, εταιρείες, ασφαλιστικά ταμεία κλπ.) αλλά και μεμονωμένους επενδυτές. Αυτό, σε συνδυασμό με την χρηματιστικοποίηση της κατοικίας οδήγησε σε αύξηση του κόστους κατοικίας αλλά και σε μεγαλύτερες οικονομικές πιέσεις (housing affordability) προς τα νοικοκυριά. Συνεπώς τα νοικοκυριά που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά, εκτοπίζονται από τις κατοικίες τους, αναζητώντας πιο προσιτές ευκαιρίες σε άλλες γειτονιές ή στην περιφέρεια της πόλης.
Αντίστοιχα επιβαρυντικός παράγοντας είναι και η τουριστικοποίηση. Κεντρικές περιοχές της Αθήνας μετασχηματίζονται βίαια, μέσα από γρήγορες και ριζικές αλλαγές στις τοπικές δραστηριότητες και υπηρεσίες, που απευθύνονται συχνά κυρίως σε τουρίστες και άλλους επισκέπτες παρά στους μόνιμους κατοίκους. Εδώ περιλαμβάνονται και οι επιπτώσεις των βραχυχρόνιων μισθώσεων, οι οποίες φυσικά πλήττουν πολύ πιο έντονα τις πιο τουριστικές περιοχές.
Ποιες είναι οι ανάγκες στέγασης του φοιτητικού πληθυσμού στην Ελλάδα;
Σύμφωνα με την τελευταία διαθέσιμη ετήσια έκθεση της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (2020), η Ελλάδα – με 705.959 προπτυχιακούς φοιτήτριες/τες – διαθέτει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά φοιτητικού πληθυσμού σε σχέση με τον πληθυσμό της. Βεβαίως, όπως σημειώνεται στην έκθεση, επειδή η μέτρηση γίνεται επί των εγγεγραμμένων φοιτητών και ένα μεγάλο ποσοστό από αυτούς θεωρούνται μη ενεργοί, η σύγκριση δεν αποτυπώνει ακριβώς την πραγματικότητα.
Ταυτόχρονα, σύμφωνα με δηλώσεις του προέδρου της ΕΘΑΑΕ, Περικλή Μήτκα σε συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής (02/12/2021), στη χώρα σήμερα λειτουργούν 24 πανεπιστήμια και η ΑΣΠΑΙΤΕ στα οποία προσφέρονται 430 προγράμματα προπτυχιακών σπουδών από 427 τμήματα (υπάρχουν άλλα 31 τμήματα αστυνομίας, στρατού κ.λπ.), 1.110 προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών και 291 προγράμματα διδακτορικών σπουδών.
Φοιτητικός πληθυσμός στην Ελλάδα (2013-2020)
Περιλαμβάνει αποφοίτους τεχνικής εκπαίδευσης και προπτυχιακών, μεταπτυχιακών, διδακτορικών σπουδών
Επίσημα στοιχεία για τον ακριβή αριθμό του ενεργού φοιτητικού πληθυσμού δεν υπάρχουν. Για να προσεγγίσουμε ωστόσο τον αριθμό των ανθρώπων που δικαιούνται φοιτητική στέγαση υπολογίζουμε τον αριθμό των φοιτητών/τριών που μπήκαν στο πανεπιστήμιο τα τελευταία έξι χρόνια. Υπενθυμίζεται ότι δικαίωμα αίτησης για φοιτητική στέγαση έχουν όσοι/ες βρίσκονται εντός του χρονικού ορίου των ν+2 ετών φοίτησης.
Συνολικά οι φοιτητές/τριες που μπήκαν από το 2017 έως σήμερα είναι 447.532. Για να δικαιούται ένας φοιτητής δωρεάν φοιτητική στέγαση πρέπει να πληροί συγκεκριμένα κοινωνικοοικονομικά κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από το εκάστοτε πανεπιστήμιο. Προαπαιτούμενο είναι οι οικότροφοι φοιτητές και φοιτήτριες να προέρχονται από οικογένειες με χαμηλό εισόδημα και να σπουδάζουν μακριά από τον τόπο διαμονής των οικογενειών τους. 3
Οι φοιτητικές εστίες στην Ελλάδα
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων (Σεπτέμβριος 2022), οι φοιτητικές εστίες εποπτείας του ΙΝΕΔΙΒΙΜ (Ίδρυμα Νεολαίας και Δια Βίου Μάθησης) που εδρεύει στην Αθήνα είναι 17. Ο αριθμός των φοιτητών/τριών που στεγάζονται σε αυτές τις εστίες ανέρχεται σε 7.267 και στα συνεργαζόμενα ξενοδοχεία σε 272.
Επιπλέον αυτών των εστιών, υπάρχουν εστίες που εποπτεύονται απευθείας απ’ τα Πανεπιστήμια. Συλλέγοντας πληροφορίες από τις ιστοσελίδες των πανεπιστημίων και δηλώσεις των αξιωματούχων των ιδρυμάτων, υπολογίζουμε πως υπάρχουν και οι εξής κλίνες:
Συνολικά, λοιπόν, οι εστίες εποπτείας των πανεπιστημίων διαθέτουν 1.288 κλίνες. Παράλληλα, κάποια πανεπιστήμια μισθώνουν κλίνες σε συνεργαζόμενα ξενοδοχεία, οι οποίες ανέρχονται σε 916.
Συνεπώς, ο συνολικός αριθμός κλινών πανελλαδικά ανέρχεται σε 9.743.
Σημειώνεται πως η Aνωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, δεν διαθέτει ιδιόκτητες εστίες, ωστόσο επιτρέπει σε φοιτητές/τριες να αιτούνται στις εστίες άλλων σχολών. Το ίδιο συμβαίνει με το Πανεπιστήμιο Πειραιώς, το Χαροκόπειο, το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, το Πάντειο και το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθήνας.
Παράλληλα, πέρα από τις δημόσιες φοιτητικές εστίες λειτουργούν και ιδιωτικές όπως πχ η Κρητική Εστία στο Παγκράτι η οποία λειτουργεί ξενώνες που φιλοξενούν περίπου 180 φοιτητές/τριες κυρίως από την Κρήτη που σπουδάζουν σε Ιδρύματα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην Αθήνα και κατάγονται από οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα. Άλλα τέτοια παραδείγματα φοιτητικών εστιών που λειτουργούν συμπληρωματικά – και με κόστος – για τους φοιτητές/τριες – είναι και τα χριστιανικά. (Η Χριστιανική Ένωση Νεανίδων, Ο Άγιος Δημήτριος, Χριστιανική Φοιτητική Δράση κτλ.)
Είναι σαφές πως η ανάγκη για περισσότερες δημόσιες φοιτητικές εστίες είναι μεγάλη, καθώς πανελλαδικά υπάρχουν πανεπιστήμια που δεν έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν στέγαση στους φοιτητές τους, ενώ και μόνο η ύπαρξη ιδιωτικών συνηγορεί στο παραπάνω. Ταυτόχρονα, ο αριθμός του φοιτητικού πληθυσμού που θεωρητικά δικαιούται στέγαση (περίπου 450.000) όσο και να μειωθεί από κατηγορίες όπως α) φοιτητές/τριες που σπουδάζουν στην πόλη τους, β) φοιτητές/τριες που καλύπτουν από επιλογή το κόστος διαμονής τους γ) φοιτητές/τριες που κάνουν δεύτερο πτυχίο ή/και είναι άνω των 25, παραμένει μεγαλύτερος από τον αριθμό των διαθέσιμων κλινών στις υπάρχουσες εστίες.
Η πραγματικότητα των φοιτητικών εστιών
Όταν ο Χρήστος πέρασε στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας το 2019, άρχισε να ετοιμάζει τα χαρτιά του για τις εστίες του ΑΠΘ. Μέχρι να βγουν τα πρώτα αποτελέσματα, τέλη Οκτωβρίου,τον φιλοξενούσαν φίλοι και γνωστοί. Κάποιες μέρες έμενε σε δωμάτια Airbnb.
Προληπτικά είχε αρχίσει ήδη να ψάχνει δουλειά και σπίτι για μακροχρόνια μίσθωση γιατί φοβόταν ότι η απάντηση από τις εστίες μπορεί να είναι απορριπτική. Οι τιμές των ενοικίων ήταν από τότε απαγορευτικές, ειδικά σε σχέση με την ποιότητα των ακινήτων.
«Το διάστημα που έψαχνα σπίτι, είχα βρει ένα που δεν ήταν καν στο κέντρο της πόλης. Στην πραγματικότητα δεν ήταν κανονικό σπίτι, αλλά αποθήκη. Ήταν τόσο μικρό που είχε ένα κρεβάτι και δεν χωρούσες να περπατήσεις μέσα στο δωμάτιο. Το νοίκιαζαν για 300 ευρώ.»
Ταυτόχρονα, η αύξηση στις τιμές των ενοικίων τα τελευταία χρόνια έχει εκτοπίσει πολλούς φοιτητές και φοιτήτριες από το κέντρο της πόλης, όπου τα ενοίκια είναι ελαφρώς χαμηλότερα. Η απόσταση μπορεί να μην είναι απαγορευτική, αλλά τα βράδια πολλοί και πολλές χρειάζεται να περπατήσουν 40 με 50 λεπτά από το κέντρο της Θεσσαλονίκης για να φτάσουν σπίτι τους.
Όμως και η ζωή στις εστίες δεν είναι απαραίτητα εύκολη. Ο Χρήστος σχολιάζει ότι οι εγκατάστασεις δεν είναι προσεγμένες και ότι οι φοιτητές και οι φοιτήτριες καλούνται να αντιμετωπίσουν διάφορες δυσκολίες μέσα στη χρονιά.
Ενδεικτικά αναφέρει προβλήματα συντήρησης στα ασανσέρ των εγκαταστάσεων. Μπορεί να περάσει μέχρι και ένας χρόνος για να διορθωθεί μια βλάβη. Αντίστοιχα, το χειμώνα υπήρχαν περιπτώσεις όπου οι διαμένοντες και διαμένουσες αναγκάστηκαν να κάνουν μπάνιο με κρύο νερό, γιατί το ζεστό δεν έφτανε για όλους.
Για το ζήτημα των φοιτητικών εστιών αλλά και της στέγασης συνολικότερα έχουν καταθέσει μέσα στον Σεπτέμβριο σχετικές ερωτήσεις τόσο το ΚΚΕ, η ανεξάρτητη βουλεύτρια Αγγελική Αδαμοπούλου και ο ΣΥΡΙΖΑ. Κοινή συνισταμένη είναι η δυσκολία που αντιμετωπίζουν φοιτητές και οι γονείς τους τόσο στην μίσθωση της κατοικίας, εξαιτίας των ιδιαιτέρως αυξημένων μισθωμάτων – ενοικίων, όσο και η βεβαρημένη κατάσταση των φοιτητικών εστιών. 4
Κυβερνητικές εξαγγελίες για τη φοιτητική στέγαση
Στις 10 Σεπτεμβρίου, ο Πρωθυπουργός από τη ΔΕΘ ανακοίνωσε την κυβερνητική πολιτική για το ζήτημα της στέγασης, ενώ στις 15 Σεπτεμβρίου παρουσιάστηκαν πιο αναλυτικά τα μέτρα σε σχετική συνέντευξη Τύπου. Στο Eteron δημοσιεύσαμε κείμενο όπου εντοπίζουμε και αναλύουμε 6 σημαντικές ελλείψεις που θεωρούμε ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη στον δημόσιο διάλογο.
Σχετικά με τη φοιτητική στέγαση ανακοινώθηκε η δημιουργία νέων εστιών σε πέντε περιοχές της χώρας: Θράκη, Δυτική Μακεδονία, Θεσσαλία, Δυτική Αττική, Κρήτη. Μέσω ΣΔΙΤ θα δημιουργηθούν περισσότερες από 8.150 κλίνες, με κόστος πάνω από 540 εκατομμύρια ευρώ. Η έναρξη της κατασκευής τους έχει προγραμματιστεί για το 2023 και η ολοκλήρωσή τους το 2027. Μόνο οι εστίες της Κρήτης είναι έργο ύψους 206 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, ανακοινώθηκε η αύξηση του χορηγούμενου στεγαστικού φοιτητικού επιδόματος από 1.000 σε 1.500 ευρώ ετησίως, σημειώνοντας 42 ευρώ μηνιαίας αύξησης. Στην ίδια τροπολογία προβλέπεται η χορήγηση επιδόματος ύψους 2.000 ευρώ σε περίπτωση συγκατοίκησης ενός/μίας δικαιούχου με άλλο φοιτητή/τρια στην ιδία μισθωμένη κατοικία.
Σύμφωνα με τη δρ. Πολεοδομίας-Χωροταξίας, Δήμητρα Σιατίτσα, «η ανακοίνωση μέτρων και η πρόθεση δέσμευσης πόρων για την υποστήριξη της στέγασης των φοιτητριών/ών αποτελεί μια θετική εξέλιξη. Παρόλα αυτά, όπως έχουμε δει και σε άλλους τομείς πολιτικής, η αύξηση των επιδομάτων χωρίς οριοθέτηση των ενοικίων απορροφάται από αυξήσεις στις τιμές. Επιπλέον, η πολιτική αυτή δεν αντιμετωπίζει το ζήτημα της κακής κατάστασης μεγάλου μέρους των κατοικιών που νοικιάζονται σε πιο προσιτές τιμές, αλλά παρουσιάζουν σημαντικά προβλήματα υγρασίας, μούχλας, φθορών, έλλειψης θέρμανσης κα. Επομένως, χρειάζονται προδιαγραφές και έλεγχος».
Όπως τονίζει η μεταδιδακτορική ερευνήτρια του Πανεπιστημίου Κρήτης, Δ. Σιατίτσα, στο θέμα των εστιών θα μπορούσε να επιλεχθεί ένα μοντέλο ενισχυμένης κοινωνικής ανταπόδοσης, όπου η συμμετοχή των πανεπιστημίων αλλά και της φοιτητικής κοινότητας θα ήταν πολύ πιο αναβαθμισμένη:
«Όσον αφορά τις εστίες, ακολουθείται η συνήθης πολιτική των δημοσίων αναθέσεων έργων που ανεβάζει το κόστος, χωρίς να ενσωματώνονται δυνατότητες και κατευθύνσεις που δίνει το ευρωπαϊκό πλαίσιο για μεγιστοποίηση του δημοσίου οφέλους, και κυρίως για την διαμόρφωση ενός τομέα κοινωνικών κατασκευαστών και παρόχων που θα λειτουργούν με όρους περιορισμένου κέρδους και κοινωνικής ανταπόδοσης.
Αξιοποιώντας τους ίδιους πόρους, τα πανεπιστήμια μαζί με την φοιτητική κοινότητα θα μπορούσαν να επιδιώξουν τη δημιουργία φοιτητικών συνεταιρισμών ενοικιαζόμενης κατοικίας, ένα μοντέλο που βασίζεται στην αυτοοργάνωση, την αλληλεγγύη και την δημοκρατική διαχείριση με την άμεση συμμετοχή των φοιτητριών/ών, και μπορεί να αξιοποιήσει τόσο υφιστάμενα κτίρια δημόσιων φορέων ή ιδιωτών, αλλά και την κατασκευή νέων εστιών όπου χρειάζεται. Αυτή την περίοδο μάλιστα, γίνεται μια προσπάθεια για την ίδρυση μιας ομοσπονδίας φοιτητικών στεγαστικών συνεταιρισμών στην Ευρώπη, ένα δίκτυο που μπορεί να παρέχει και για την Ελλάδα έμπνευση, τεχνογνωσία και υποστήριξη».
Πηγή: alfavita.gr