Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας εισάγει μια ριζική τομή στην Ανώτατη Εκπαίδευση στη χώρα μας. Η κυβέρνηση νομοθετεί την εγκατάσταση παραρτημάτων αλλοδαπών πανεπιστημίων παρακάμπτοντας το Σύνταγμα της Ελλάδας. Ισχυρίζεται ότι η παράκαμψη του Συντάγματος δεν αποτελεί παραβίασή του, διότι υπερισχύει το ενωσιακό δίκαιο, ιδιαίτερα ως προς την ελευθερία εγκατάστασης ιδρυμάτων μιας χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ένα άλλο κράτος μέλος. Σκοπεύει μάλιστα να επεκτείνει την ισχύ του ενωσιακού δικαίου και για συμβαλλόμενα μέλη της Γενικής Συμφωνίας για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών (GATS).
Ως γνωστό στη χώρα μας λειτουργεί μεγάλος αριθμός κολεγίων που συνεργάζονται με ιδρύματα της αλλοδαπής. Οι απόφοιτοι των κολεγίων έχουν επαγγελματικά δικαιώματα με βάση την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) το 2007, εφόσον πρόκειται για παραρτήματα πανεπιστημίων που εδρεύουν σε άλλη χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα κολέγια που λειτουργούν στη χώρα στο πλαίσιο συμφωνιών με αλλοδαπά εκπαιδευτικά ιδρύματα είναι 33 με 32.057 σπουδαστές[1]. Σχεδόν όλα έχουν συμφωνίες με αμερικανικά ή βρετανικά πανεπιστήμια. Τα αμερικανικά πανεπιστήμια δεν καλύπτονται από την απόφαση 778/2007 του ΣτΕ, ενώ, μετά την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση στις 31 Ιανουαρίου 2020, ούτε τα βρετανικά πανεπιστήμια καλύπτονται από αυτή.
Επειδή πλέον οι τίτλοι σπουδών των κολεγίων στερούνται επαγγελματικών δικαιωμάτων κι επειδή δεν υπάρχει νόμιμος τρόπος αποκατάστασης, η κυβέρνηση επιχειρεί να παρακάμψει το Σύνταγμα της χώρας για να δώσει ακαδημαϊκή αναγνώριση σε μέρος των κολεγίων για να ανταποκριθεί σε πιεστικά αιτήματα από εκπαιδευτήρια που συνεργάζονται με πανεπιστήμια από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο. Με την αναγνώριση των ακαδημαϊκών δικαιωμάτων θα επέλθει πλήρης ισοτίμηση των παρεχομένων τίτλων σπουδών από τα ιδιωτικά νομικά πρόσωπα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με τα πτυχία των ελληνικών δημόσιων ΑΕΙ.
Επειδή ωστόσο γενικότερα η εγκατάσταση παραρτημάτων πανεπιστημίων της αλλοδαπής σχετίζεται με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα και το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα πρέπει να εξετάσουμε την υφιστάμενη κατάσταση. Σύμφωνα με την έρευνα του Cross-Border Education Research Team (C-BERT), που μελετά θέματα εξωχώριας ανώτατης εκπαίδευσης, παγκοσμίως συνολικά υπάρχουν 333 παραρτήματα αλλοδαπών πανεπιστημίων (https://www.cbert.org/intl-campus). Δεδομένου ότι η κυβέρνηση επικαλείται τον κίνδυνο καταδίκης της χώρας μας από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), αξίζει να δούμε πόσα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης με έδρα κράτος-μέλος της Ένωσης έχουν παράρτημα σε άλλο κράτος-μέλος. Πρόκειται μόνο για τρεις Σχολές Διοίκησης Επιχειρήσεων:
- Ecole supérieure de commerce de Paris, με παραρτήματα στο Βερολίνο, στη Μαδρίτη, στο Τορίνο και στη Βαρσοβία,
- IESE Business School, με έδρα στην Ισπανία και παράρτημα στο Μόναχο,
- Toulouse Business School, με έδρα στη Γαλλία και παράρτημα στη Βαρκελώνη.
Δεν πρόκειται επομένως για πανεπιστήμια σε πλήρη ανάπτυξη. Για να υπάρχει μέτρο σύγκρισης να αναφέρουμε ότι η Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων είναι μόνο μία από τις Σχολές του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Επιπλέον, σύμφωνα με την ίδια έρευνα υπάρχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση 39 παραρτήματα πανεπιστημίων που εδρεύουν εκτός χωρών της Ένωσης, εκ των οποίων 22 προέρχονται από τις ΗΠΑ και 8 από το Ηνωμένο Βασίλειο. Η λειτουργία πανεπιστημιακών παραρτημάτων δεν σημαίνει ότι αυτά τυγχάνουν αναγνώρισης ως ισότιμα πανεπιστήμια.
Για τη Γαλλία για παράδειγμα αναφέρονται πέντε παραρτήματα, αλλά κανένα δεν απολαμβάνει ακαδημαϊκή αναγνώριση. Σημειώνουμε εξάλλου ότι στη Γαλλία ο νόμος για την Ανώτατη Εκπαίδευση περιλαμβάνει διάταξη που ισχύει από το 1880, χωρίς να θεωρείται αναχρονιστική, και που αναφέρει ότι δεν επιτρέπεται σε ιδιωτικά ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης να φέρουν τον τίτλο του πανεπιστημίου[2]. Στο Βέλγιο αναφέρεται ένα παράρτημα του University of Kent για μεταπτυχιακές σπουδές που ανακοίνωσε ότι κλείνει εντός του 2024 λόγω αύξησης του κόστους και μείωσης του αριθμού των φοιτητών. Στη Λετονία υπάρχουν τρία παραρτήματα που προέκυψαν από διακρατικές συμφωνίες με τη Ρωσία, τη Σουηδία και το Βατικανό. Με εξαίρεση τέτοιες σχέσεις με το μητρικό ίδρυμα ή με εκκλησιαστικές οργανώσεις, σε κάθε άλλη περίπτωση σχεδόν όλα τα παραρτήματα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης λειτουργούν ως κερδοσκοπικά. Μέρος αυτών δε είναι εξειδικευμένες Σχολές και όχι Πανεπιστήμια.
Για την Ελλάδα στην έρευνα του C-BERT καταγράφονται τα ακόλουθα τρία :
- State University of New York, Empire State College, με παράρτημα στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη (https://sunyempire.edu/international-education/athens-greece/) και 1.516 σπουδαστές σύμφωνα με δημοσίευμα της Καθημερινής (3-3-2024),
- City University of Seattle, City Unity College, με παράρτημα στην Αθήνα και στην Πάτρα (https://cityu.gr/) και 1.118 σπουδαστές σύμφωνα με το παραπάνω δημοσίευμα,
- University of Sheffield International Faculty, City College, με παράρτημα στη Θεσσαλονίκη (https://www.sheffield.ac.uk/city-college) και 1.378 σπουδαστές σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα.
Διαπιστώνουμε καταρχήν ότι το μητρικό ίδρυμα για τα ανωτέρω τρία κολέγια δεν βρίσκεται σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κι επομένως, αφενός οι τίτλοι σπουδών που απονέμουν δεν διαθέτουν αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων, και αφετέρου δεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι πρόκειται για μη κερδοσκοπικά εκπαιδευτήρια.
Το Αμερικάνικο Κολέγιο θεωρείται μη κερδοσκοπικό, δεν αποτελεί ωστόσο παράρτημα αμερικανικού πανεπιστημίου, αλλά κολέγιο πιστοποιημένο από οργανισμό των ΗΠΑ. Υπάρχουν επίσης μεγάλα, σε αριθμό προγραμμάτων σπουδών και σπουδαστών, κολέγια που είναι κερδοσκοπικά και έχουν συμφωνίες με περισσότερα του ενός πανεπιστήμια της αλλοδαπής. Δεν πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στο νομοθέτημα της κυβέρνησης παρά την ασάφειά του που επιτρέπει πολλές ερμηνείες. Κατά τη διατύπωση του άρθρου 132 του Σχεδίου Νόμου “το μητρικό ίδρυμα … αιτείται την εγκατάσταση και λειτουργία παραρτήματός του υπό τη μορφή Νομικού Προσώπου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης και παρέχει προγράμματα σπουδών πρώτου, δεύτερου και τρίτου κύκλου ανώτατης εκπαίδευσης, υπό την προϋπόθεση ότι παρέχει κατ’ ελάχιστον ένα πρόγραμμα πρώτου κύκλου σπουδών και απονέμει αντίστοιχους τίτλους σπουδών”. Το άρθρο 132 που δεν υπήρχε στο Σχέδιο Νόμου που τέθηκε σε διαβούλευση και προστέθηκε στη συνέχεια πέραν της προχειρότητας, ή και λόγω αυτής, είναι τουλάχιστον δυσνόητο. Παρακάτω στο άρθρο 139 αναφέρεται “Η διαδικασία για την έκδοση άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας παραρτήματος ... εκκινεί με την υποβολή αίτησης από το μητρικό ίδρυμα ή από νομίμως εξουσιοδοτημένο πρόσωπο από το μητρικό ίδρυμα” χωρίς να διευκρινίζεται αν το εξουσιοδοτημένο πρόσωπο είναι φυσικό ή νομικό. Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο ασαφή, αφού η επωνυμία μπορεί να μην είναι ακριβώς αυτή του μητρικού πανεπιστημίου με τον προσδιορισμό παράρτημα, όπως θα επιβάλλονταν προκειμένου περί εγκατάστασης παραρτήματος. Από τα λειτουργούντα στην Ελλάδα παραρτήματα μόνο τρία αναφέρουν στην επωνυμία τους το μητρικό ίδρυμα (βλέπε κατάλογο C-BERT).
Σύμφωνα με το Υπουργείο Παιδείας, κάποια από τα λειτουργούντα στην Ελλάδα κολέγια θα μπορούσαν να επικαλεσθούν τη Συμφωνία GATS του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και να προσφύγουν εναντίον της χώρας μας για την ακαδημαϊκή τους αναγνώριση, ώστε να εξασφαλίσουν ταυτόχρονα και επαγγελματικά δικαιώματα. Ισχυρίζεται επομένως το Υπουργείο Παιδείας ότι νομοθετώντας προλαμβάνει την ενδεχόμενη προσφυγή στο ΔΕΕ και την, κατά την κρίση του, καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, εάν η προσφυγή γινόταν. Δηλώνει άρα το Υπουργείο Παιδείας ότι παρακάμπτει το Σύνταγμα, επειδή δεν μπορεί να το υπερασπισθεί ενώπιον του ΔΕΕ, ενώ η Συμφωνία GATS επιτρέπει στις κυβερνήσεις να ορίσουν τις υπηρεσίες των οποίων η αγορά απελευθερώνεται. Το ελληνικό κράτος σαφώς δικαιούται να μη συμμετέχει στην απελευθέρωση της “αγοράς ανώτατης εκπαίδευσης” στο πλαίσιο της GATS.
Μάλιστα στο δημόσιο διάλογο προτείνεται στο Συμβούλιο της Επικρατείας, που θα εκδικάσει την προσφυγή ενώπιον του όσων θεωρούν ότι το Σχέδιο Νόμου παραβιάζει το Σύνταγμα της Ελλάδας, να θεωρήσει ότι η απόφαση 778/2007 σχετικά με τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων των κολεγίων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεκτείνεται χωρίς περαιτέρω εξέταση και στα συμβαλλόμενα με τη GATS κράτη, κι ακόμα περισσότερο επεκτείνεται και στα ακαδημαϊκά δικαιώματα, επειδή η στέρηση των ακαδημαϊκών έχει συνέπειες και επί των επαγγελματικών και προκαλεί άνιση μεταχείριση μεταξύ σπουδαστών του μητρικού και του θυγατρικού ιδρύματος. Εναπόκειται στους έγκριτους Συνταγματολόγους να δώσουν και να κερδίσουν τη μάχη στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Η νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης για τα παραρτήματα αλλοδαπών πανεπιστημίων έφερε στην επιφάνεια τη συζήτηση για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, και κατά συνέπεια τη σχέση και τη συμβολή δημόσιας και ιδιωτικής δαπάνης στην παιδεία. Στην εθνική προσπάθεια για την εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες υπάρχει και θα συνεχίσει να υπάρχει τόσο η δημόσια, όσο και η ιδιωτική συμβολή. Το ερώτημα είναι ποια από τις δύο έχει σημαντικότερο αντίκρυσμα, δηλαδή για ίδια αύξηση δαπάνης ποια από τις δύο συμβάλλει περισσότερο στο δημόσιο όφελος. Με χρηστή διοίκηση και διαχείριση αναμφίβολα η δημόσια δαπάνη απελευθερώνει πολλαπλάσιες δημιουργικές δυνάμεις.
Απαιτείται ένας οργανωμένος διάλογος για να γίνουν αλλαγές στην πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση, αλλά και στη δομή της μεταλυκειακής εκπαίδευσης, που θα περιορίσουν τη φοιτητική μετανάστευση και, σε συνδυασμό με τη φοιτητική μέριμνα, το κόστος διαβίωσης των φοιτητών μακριά από τον τόπο καταγωγής τους. Οι διεθνείς σχέσεις στην ανώτατη εκπαίδευση και υπάρχουν και μπορούν να αναπτυχθούν περαιτέρω στο πλαίσιο των δημοσίων πανεπιστημίων. Η κυβερνητική “μεταρρύθμιση” κινείται στη λάθος κατεύθυνση, αυτή του ιδιωτικού οφέλους σε βάρος του δημοσίου. Ρυθμίζει το τοπίο των κολεγίων μετά τις συνέπειες του Brexit και φαίνεται να απαντά σε αιτήματα εγκατάστασης παραρτημάτων κυπριακών πανεπιστημίων, ενώ η Κύπρος στο θέμα των ιδιωτικών πανεπιστημίων αποκλίνει σημαντικά από την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Αναμένουμε το Συμβούλιο της Επικρατείας να μην υποταγεί σε πολιτικές σκοπιμότητες και να επιβάλλει την τήρηση της συνταγματικής τάξης.
ΠΗΓΗ:www.alfavita.gr