Σε «μάχη» Συνταγματολόγων στο ΣτΕ, η οποία είναι ενδεχόμενο να προκαλέσει και «καραμπόλα» στην έναρξη λειτουργίας των ιδιωτικών πανεπιστημίων τη χώρα μας, θα εξελιχθεί το επόμενο διάστημα η υπόθεση των μη κρατικών και μη κερδοσκοπικών ΑΕΙ.
Ο υπουργός Παιδείας από την πλευρά του, έχει λάβει ήδη διαβεβαιώσεις επιφανών Συνταγματολόγων ότι ο νόμος του δεν θα καταπέσει στο ΣτΕ και για το λόγο αυτόν ανακοίνωσε ήδη ότι η λειτουργία των μη κρατικών ΑΕΙ θα ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο του 2025.
Ωστόσο οι διαβεβαιώσεις αυτές δεν προεξοφλούν το τελικό αποτέλεσμα στη δίκη που αναμένεται στο ανώτατο ακυρωτικο δικαστήριο, καθώς μια σειρά άλλων Συνταγματολόγων υποστηρίζουν την αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή ο νόμος είναι αντισυνταγματικός καθώς δεν περίμενε τη Συνταγματική αναθεώρηση αλλά στηρίχθηκε σε μια νέα ανάγνωση του Συντάγματος υπό το πρίσμα του ενωσιακού δικαίου. Μάλιστα, η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής με την πρόσφατη γνωμοδότησή της, άνοιξε παράθυρο προς το Συμβούλιο της Επικρατείας αναφέροντας στην έκθεσή της επί του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων, ότι το ζήτημα της εγκατάστασης και λειτουργίας στην Ελλάδα, ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης, που έχουν την έδρα τους σε χώρα της αλλοδαπής θα κριθεί από την ελληνική δικαιοσύνη.
Είναι όμως το ενωσιακό δίκαιο ισχυρότερο του Συντάγματος; Εκεί θα παιχτεί το «παιχνίδι». Ας τα δούμε αναλυτικά.
Ετοιμάζονται οι προσφυγές
Οπως είναι ήδη γνωστό, οι έχοντες έννομο συμφέρον ετοιμάζουν προσφυγή στο ΣτΕ ζητώντας την ακύρωση του νέου νόμου Πιερρακάκη ως αντισυνταγματικού. Οταν συμβεί αυτό, η υπόθεση θα εισαχθεί προς συζήτηση σε Τμήμα του Ανώτατου Δικαστηρίου, αλλά λόγω της ιδιαίτερης σημασίας της είναι πολύ πιθανό να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια.
Δεν αποκλείεται μάλιστα το ελληνικό δικαστήριο να στείλει και κάποιο προδικαστικό ερώτημα προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, χωρίς η γνώμη του να είναι δεσμευτική. Να σημειωθεί εδώ ότι αυτό έχει ξανασυμβεί (το έχει πράξει το ΣτΕ από το 2007 σε ανάλογη περίπτωση) και εφόσον επαληθευτεί, ουσιαστικά προδιαγράφει και το περιεχόμενο της απάντησης -αφού θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι το Ευρωδικαστήριο θα τοποθετηθεί υπέρ του νομοσχεδίου.
Οπως υπενθυμίζει η ιστοσελίδα dikastiko.gr κάτι ανάλογο είχε συμβεί στην υπόθεση του βασικού μετόχου: “Το ελληνικό Συμβούλιο της Επικρατείας, όταν αποφάσισε να αποστείλει προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ για το ζήτημα του βασικού μετόχου, παρά την απόλυτη και επιτακτική πρόβλεψη του εδαφίου ε της παρ. 9 του άρθρου 14 Σ. («Η ιδιότητα του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης μέσων ενημέρωσης είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που αναλαμβάνει έναντι του Δημοσίου ή νομικού προσώπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα την εκτέλεση έργων ή προμηθειών ή την παροχή υπηρεσιών.»), αποδέχθηκε την απάντηση του ΔΕΕ από την οποία προέκυπτε ότι η απόλυτη εθνική συνταγματική ρύθμιση υποχωρεί προ της εφαρμογής της ενωσιακής οδηγίας για τις δημόσιες συμβάσεις, η οποία δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ένα τέτοιο απόλυτο ασυμβίβαστο των δυο ιδιοτήτων. Το ΣτΕ προκειμένου να υπερβεί τη σαφώς αντίθετη πρόβλεψη του εθνικού Συντάγματος την ερμήνευσε σε συνδυασμό με το άρθρο 28 και εντέλει σε αρμονία προς το Δίκαιο της Ε.Ε. και μάλιστα το παράγωγο. Το κρίσιμο σημείο ήταν ότι κινούμασταν στο πεδίο του ενωσιακού δικαίου.
Ίδια απάντηση
Παράλληλα υπάρχει και δεύτερο παράδειγμα: ¨Το ΣτΕ αποφάσισε το 2007 (778/2007) να απευθύνει στο ΔΕΕ προδικαστικό ερώτημα για τα επαγγελματικά δικαιώματα αυτών που διαθέτουν τίτλο σπουδών από φορέα άλλου κράτους – μέλους αλλά ένα μεγάλο μέρος των σπουδών τους πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα σε τοπικό συνεργαζόμενο φορέα. Την ίδια περίοδο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσέφυγε στο ΔΕΕ κατά της Ελλάδας. Το ΔΕΕ απάντησε ότι σύμφωνα με τη σχετική οδηγία οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής υποχρεούνται να αναγνωρίζουν το δίπλωμα που έχει χορηγηθεί από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους και πιστοποιεί την ολοκλήρωση σπουδών που έχουν πραγματοποιηθεί, εν όλω ή εν μέρει, σε φορέα εγκατεστημένο στο κράτος μέλος υποδοχής (εν προκειμένω στην Ελλάδα), ο οποίος, δυνάμει της νομοθεσίας του τελευταίου αυτού κράτους μέλους, δεν αναγνωρίζεται ως εκπαιδευτικό ίδρυμα. Έκτοτε η νομολογία του ΣτΕ δέχεται ότι μπορούν στην Ελλάδα να παρέχονται από οντότητες άλλων κρατών μελών, απευθείας ή μέσω συμβάσεων δικαιόχρησης ή πιστοποίησης, υπηρεσίες που οδηγούν σε τίτλους οι οποίοι εξοπλίζουν τον κάτοχό τους με επαγγελματικά δικαιώματα αντίστοιχα των πτυχιούχων των ελληνικών ΑΕΙ. Αυτά περιλαμβάνουν ακόμη και τη δυνατότητα διορισμού στο Δημόσιο, ακόμη και στο δικαστικό σώμα. Ακαδημαϊκά δικαιώματα δεν αναγνωρίζονται όμως στους τίτλους αυτούς, προκειμένου να μην καταστρατηγηθούν οι απαγορευτικοί κανόνες του άρθρου 16 Σ. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται η εγγραφή του κατόχου του τίτλου για μεταπτυχιακές σπουδές στα ελληνικά δημόσια ΑΕΙ και η εκλογή του σε αυτά ως μέλους του ΔΕΠ”.
Η πιθανή «καραμπόλα»
Σε ό,τι αφορά τον χρονικό ορίζοντα της έκδοσης μίας απόφασης, κανείς δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει το διάστημα που θα μεσολαβήσει. Θα εξαρτηθεί από το πότε θα γίνει η προσφυγή (δεν έχουν πλέον λόγο να βιάζονται αυτοί που την ετοιμάζουν) και πότε θα απαντήσει στο ενδεχόμενο προδικαστικό ερώτημα το Ευρωδικαστήριο (εάν όντως υποβληθεί) Πάντως με βάση τα δεδομένα θα απαιτηθούν αρκετοί μήνες έως και πάνω από χρόνος μέχρι την έκδοση απόφασης. Επιπλέον, είναι ενδεχόμενο παράλληλα με την αγωγή να κατατεθούν και ασφαλιστικά μέτρα, με τα οποία θα ζητείται το «πάγωμα» εφαρμογής του νέου νόμου. Αν απορριφθούν τα ασφαλιστικά μέτρα, ο νόμος θα προχωρήσει με τις προετοιμασίες όσων ξένων ΑΕΙ ενδιαφέρονται για εγκατάσταση στην Ελλάδα. Τι θα γίνει όμως αν τελικά το ΣτΕ αποφασίσει ότι ο νόμος είναι αντισυνταγματικός; Τότε, αν έχει δοθεί άδεια λειτουργίας ιδιωτικού πανεπιστημίου και αυτή κριθεί παράνομη, θα ακυρωθεί.
Οπότε ποιο σοβαρό πανεπιστήμιο θα σπεύσει να ιδρύσει παράρτημα πληρώνοντας υψηλά ποσά για εγγυήσεις και θα ξεκινήσει μια προσπάθεια που απαιτεί πολύ χρήμα και διαδικασίες, όταν ήδη γνωρίζουμε ότι θα ακολουθήσει σκληρή δικαστική διαμάχη; Θα προεξοφλήσουν και τα ξένα ΑΕΙ ότι το ΣτΕ δε θα τους σταθεί εμπόδιο, όπως πιστεύει ο κ.Πιερρακάκης; Ιδωμεν...
Οι «αντίπαλοι» Συνταγματολόγοι
Σημαίνουσα προσωπικότητα που έχει πολλάκις τοποθετηθεί υπέρ της συνταγματικότητας του νομοσχεδίου είναι ο κ. Αντώνης Μανιτάκης. Ο κ. Μανιτάκης είναι ομότιμος Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου (ΑΠΘ) και από το 2020 διατελεί πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου της Νομικής Σχολής του (ιδιωτικού και κερδοσκοπικού) Πανεπιστημίου Λευκωσίας. Αυτή η ιδιότητα έχει σημασία: το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας σχεδιάζει, σε συνεργασία με την επιχείρηση Hellenic Healthcare Group (συμφερόντων του fund CVC Capital Partners που ελέγχει ιδιωτικά νοσοκομεία όπως Υγεία και Metropolitan), τη δημιουργία της πρώτης ιδιωτικής Σχολής Ιατρικής στην Ελλάδα.
Οπως ανέφερε ο ίδιος ο Συνταγματολόγος στις 8 Μαρτίου στην ιστοσελίδα reportersunited.gr, το υπουργείο Παιδείας ζήτησε την επιστημονική άποψή του σχετικά με το νομοσχέδιο:
«Στο διάστημα κατά το οποίο έγιναν οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβερνήσεως και ξεκίνησε ο δημόσιος διάλογος για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, προφανώς έγιναν συζητήσεις και με συναδέλφους συνταγματολόγους και με συναδέλφους υπουργούς. Ανταλλάξαμε απόψεις και ζητήθηκε η γνώμη μου. Το ερώτημα μού τέθηκε και από το υπουργείο [Παιδείας]. Ως εκ τούτου εξέφρασα τις απόψεις μου, και φυσικά αυτό δεν έγινε επ’ αμοιβή. Τις θέσεις μου άλλωστε τις είχα προδημοσιεύσει και ήθελαν να επιβεβαιώσουν ότι το κείμενο του νόμου θα είναι συμβατό με το Σύνταγμα. Στο πλαίσιο της επεξεργασίας ενός νομοσχεδίου, είναι αδύνατον ένα υπουργείο να μη ζητάει τη γνώμη συνταγματολόγων, ώστε να εξετάσει τη συμβατότητά του με το Σύνταγμα. Πιστεύω ότι η θέση της γνωμοδότησής μου, που διατυπώθηκε για πρώτη φορά πριν από δυόμισι χρόνια, λήφθηκε υπόψη σοβαρά από νομοτεχνικές επιτροπές του υπουργείου για το νομοσχέδιο».
Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο, ότι η γνωμοδότηση του κ.Μανιτάκη δεν ζητήθηκε επίσημα από το υπουργείο (το οποίο επισήμως ζήτησε γνωμοδότηση για το νομοσχέδιο μόνο από τον Συνταγματολόγο κ. Φίλιππο Σπυρόπουλο, πληρώνοντας μάλιστα 20.000 ευρώ κρατικό χρήμα γι αυτήν) Επίσης είναι ευρέως γνωστό ότι υπέρ της λειτουργίας μη κρατικών ΑΕΙ χωρίς αναθεώρηση του Συντάγματος, έχει ταχθεί ο κ.Ευ.Βενιζέλος, αλλά και ο κ.Βασ. Σκουρής, πρώην πρόεδρος του Δικαστηρίου της ΕΕ και οι κ.κ. Ν.Αλιβιζάτος και Γ.Δελλής.
Ομως οι Συνταγματολόγοι που λένε «ναι» στην νέα ανάγνωση του Συντάγματος θα έχουν ισχυρό αντίλογο. Ενδεικτικά, άλλοι Συνταγματολόγοι όπως ο κ.Κων.Μποτόπουλος, αλλά και οι κ.κ. Αλκιβιάδης Δερβιτσιώτης, Καθηγητής ΔΠΘ, Γιάννης Δρόσος, Ομ. Καθηγητής ΕΚΠΑ, Ακρίτας Καϊδατζής, Αναπλ. Καθηγητής ΑΠΘ, Ιφιγένεια Καμτσίδου, Αναπλ. Καθηγήτρια ΑΠΘ, Ξενοφών Κοντιάδης, Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Παναγιώτης Μαντζούφας, Καθηγητής ΑΠΘ, Γιώργος Σωτηρέλης, Καθηγητής ΕΚΠΑ, Κώστας Χρυσόγονος, Καθηγητής ΑΠΘ έχουν ήδη υποστηρίξει ότι το νομοσχέδιο καταπατά το άρθρο 16 καθώς απαιτείται συνταγματική αναθεώρηση για τη λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Όπως τονίζουν σε κείμενό τους, το οποίο δημοσίευσε το alfavita.gr, οι συνταγματολόγοι αναφέρουν ότι σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος, «απαγορεύεται η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες». «Η ρητή αυτή απαγόρευση δεν μπορεί να παρακαμφθεί με βάση μία σύμφωνη με το ευρωπαϊκό ενωσιακό δίκαιο ερμηνεία του Συντάγματος».
Και η πρώην αντιπρόεδρος του ΣτΕ
Μάλιστα, με τις απόψεις των οκτώ καθηγητών Συνταγματικού Δικαίου που χαρακτηρίζουν το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια αντισυνταγματικό συντάχθηκε και η πρώην αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, κ.Μαρία Καραμανώφ. Η πρόεδρος του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητος και αντιπρόεδρος του ΣτΕ επί τιμή σημείωσε ότι το Σύνταγμα είναι ξεκάθαρο με το ρήμα «απαγορεύω» το οποίο δεν είναι δεκτικό ερμηνείας. Σε σχόλιό της, στη δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου, σημειώνει πως για να ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια απαιτείται συνταγματική αναθεώρηση.
ΠΗΓΗ:www.alfavita.gr