Χθες, ο Κυριάκος Πιερρακάκης θυμήθηκε το σύστημα προσλήψεων των εκπαιδευτικών, το οποίο όπως είπε θα αλλάξει εντός της τρέχουσας τετραετίας.
Προς ποια κατεύθυνση όμως θα είναι οι αλλαγές; Ο Υπουργός, χωρίς να αποκλείσει ακόμα και επαναφορά γραπτού διαγωνισμού ΑΣΕΠ, έδωσε μια επιπλέον πληροφορία.
Η κυβέρνηση θα εξετάσει τις προτάσεις του ΟΟΣΑ για την αλλαγή του συστήματος προσλήψεων εκπαιδευτικών, όπως αποκάλυψε χτες το πρωί σε συνέντευξη που έδωσε στο Mega. Η αναφορά αυτή έγινε με αιχμή τις εξετάσεις PISA που αναδεικνύουν αδυναμίες των ελλήνων μαθητών, αλλά με αφορμή αυτό, ο Κ.Πιερρακάκης ανέφερε ότι ο ΟΟΣΑ θα κάνει προτάσεις και για την αλλαγή του συστήματος προσλήψεων. Η συζήτηση είχε ως εξής:
Υπουργός: Ο τρόπος διορισμού των εκπαιδευτικών αυτή τη στιγμή, είναι κάτι το οποίο είναι υπό εξέταση, το έχουμε πει από τις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης. Θα επανέλθουμε σε αυτό στη πορεία κατά τη διάρκεια της τετραετίας. Είναι κάτι που κοιτάζουμε γενικά το ποιος είναι ο βέλτιστος τρόπος να διορίζεται κανείς μόνιμα ως εκπαιδευτικός στο ελληνικό κράτος. Μελετάμε το τι κάνουν και τα άλλα κράτη, είναι υπό συζήτηση.
Δημοσιογράφος: Άρα, είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο να αλλάξει ο τρόπος εισαγωγής στο εκπαιδευτικό σύστημα.
ΥΠ: Έχουμε αναφέρει αυτό το ζήτημα από τις προγραμματικές δηλώσεις. Είναι κάτι το οποίο είναι υπό εξέταση, δεν υπάρχει κάποια ώριμη ανακοίνωση αυτή τη στιγμή.
Δημ.: Δεν έχετε βρει άλλο γιατί το ΑΣΕΠ δίνει και μια ασφάλεια. Σου λέει «πάμε με το ΑΣΕΠ με το μπούσουλα μη γίνει και καμιά στραβή».
ΥΠ: Μα ο τρόπος διορισμού αυτή τη στιγμή είναι μέσα από πίνακες του ΑΣΕΠ. Αλλά η συζήτηση είχε να κάνει τότε με το εάν θα πηγαίναμε σε κάποιο σύστημα γραπτού διαγωνισμού. Εν πάση περιπτώσει αυτό το οποίο εμείς μελετάμε είναι και το τι κάνουν τα άλλα κράτη. Αυτό ίσως έχει μία αξία να το αναφέρω, γιατί δεν το έχουμε πει επισήμως
δημόσια, υπήρξε όλη η συζήτηση με τα αποτελέσματα της PISA με το πώς τα αποτελέσματα αυτά και στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης μας προβλημάτισαν σε σχέση με τον πτωτική καμπύλη, με την πτώση που παρατηρήθηκε. Θα κάνουμε μία μελέτη όπου ο ΟΟΣΑ θα έρθει να μας προτείνει μια σειρά από μέτρα για το πώς θα βελτιώσουμε αυτά τα αποτελέσματα όχι με έναν τρόπο αυθαίρετο, με έναν τρόπο συμβατό με το τι έχει ανάγκη η χώρα μας. Στο πλαίσιο πολιτικής της Ελλάδας, δηλαδή όχι κάτι το οποίο απλώς αντιγράφεις τι κάνουν στη Σουηδία ή στη Φινλανδία που είναι υπέροχα παραδείγματα αλλά δεν θα δούλευαν αναγκαστικά εδώ. Μέσα σε αυτή την μελέτη θα υπάρξουν και συστάσεις ακριβώς για το θέμα το οποίο με ρωτάτε.
Αν λοιπόν τα πράγματα πάνε προς αυτή την κατεύθυνση, υπάρχει ενδεχόμενο οι αλλαγές να στραφούν (και) προς την κατεύθυνση των λεγόμενων «ελεύθερων σχολείων» μαζί με τις σκέψεις για γραπτό ΑΣΕΠ και προσοντολόγιο. Πρόκειται για μια ιδέα βασισμένη σε σχολεία που ιδρύθηκαν τα προηγούμενα χρόνια στη Βρετανία και αργότερα σε Σουηδία, Νέα Ζηλανδία, Καναδά, Ηνωμένες Πολιτείες, και αλλού.Τα Ελεύθερα σχολεία στη Βρετανία εισήχθησαν από τον συνασπισμό των Συντηρητικών-Φιλελεύθερων, ύστερα από τις εκλογές του 2010, καθιστώντας δυνατόν για γονείς, δασκάλους, φιλανθρωπικές οργανώσεις και επιχειρήσεις να ιδρύσουν τα δικά τους σχολεία. Προσέξτε όμως: Ενω η ιδέα ακούγεται ελκυστική, πέρυσι στη Βρετανία ιδιωτικά κολέγια όπως το Ήτον, ανέλαβαν την επίβλεψη σε νέα ελεύθερα σχολεία που εξήγγειλε η βρετανική κυβέρνηση και για υποβαθμισμένες περιοχές, ενώ η αντιπολίτευση κατήγγειλε ότι το κόστος ζωής απαγορεύει στους φτωχότερους να σπουδάσουν. Τα 15 νέα “Ελεύθερα” σχολεία χρηματοδοτούνται από την κυβέρνηση και δεν διοικούνται από τις τοπικές αρχές, αλλά από άλλους οργανισμούς -συνηθέστερα τραστ ακαδημιών- αλλά και από την ελεύθερη αγορά και τα πανεπιστήμια. Η κυβέρνηση τα ονομάζει “ελεύθερα διότι, λέει, “έχουν μεγαλύτερη ελευθερία να καινοτομούν και να αυξάνουν τα επίπεδα ποιότητας, για παράδειγμα μεγαλύτερη αυτονομία όσον αφορά τις αμοιβές των δασκάλων και το πρόγραμμα σπουδών”.
Οσον αφορά στο σύστημα διορισμών, ο ΟΟΣΑ είναι γνωστό ότι θεωρεί πώς πρέπει να αλλάξει προς την κατεύυνση της «αυτονομίας» των σχολείων: Στην Ελλάδα, λέει ο ΟΟΣΑ, μόλις το 1% των μαθητών φοιτά σε σχολείο όπου οι διευθυντές έχουν την κύρια ευθύνη για την πρόσληψη εκπαιδευτικών, έναντι του μέσου όρου του ΟΟΣΑ που είναι 60%.
Στο ίδιο πλαίσιο παροχής μεγαλύτερης «αυτονομίας» των σχολικών μονάδων, εντάσσεται εξάλλου και η γνωστή προταση της ΝΔ για «ελεύθερη επιλογή σχολείου» από τους γονείς, η οποία προλειαίνει την εγκατάλειψη της ευθύνης άσκησης δημόσιων πολιτικών για την εκπαίδευση στο σύνολό της, ως αρμοδιότητας της κεντρικής κυβέρνησης και διαμορφώνει, με άξονες την αυτοαξιολόγηση και την εξωτερική αξιολόγηση, τη χάραξη ενός οδικού χάρτη που σε πρώτη φάση θα οριοθετήσει την ανάθεση της αρμοδιότητας της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην τοπική αυτοδιοίκηση και σε δεύτερη φάση τον ολοκληρωτικό αποχαρακτηρισμό της ως δημόσιο αγαθό. H αλλαγή αυτή της εκπαιδευτικής πραγματικότητας θα σηματοδοτήσει την κυριαρχία των ανισοτήτων και την διαγραφή του στόχου της δημόσιας και δωρεάν παιδείας να αγκαλιάζει όλα τα παιδιά, ειδικά των ασθενέστερων οικονομικά και κοινωνικά στρωμάτων. Κι όλα αυτά βέβαια, πάντα στο όνομα της καλύτερης απόδοσης των μαθητών...
Οταν ο ΟΟΣΑ προτείνει «αυτονομία» στα σχολεία
Η προοπτική της υιοθεσίας των προτάσεων του ΟΟΣΑ για τις προσλήψεις μονίμων εκπαιδευτικών, δεν είναι νέα. Προέκυψε για πρώτη φορά όταν ο κ.Πιερρακάκης συναντήθηκε τον Νοέμβριο του 2023 στο Παρίσι με τον Γενικό Γραμματέα του OECD Mathias Cormann και τον Διευθυντή Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων Andreas Schleicher στο πλαίσιο της 42ης διάσκεψης της UNESCO.
Σύμφωνα με τον υπουργό Παιδείας έγινε ανταλλαγή απόψεων γύρω από τις πολιτικές για την παιδεία που εφαρμόζονται στην Ευρώπη και διεθνώς, ενώ επικεντρωθήκαν σε πρακτικές που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στην Ελλάδα. Παράλληλα με αφορμή τις επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών στο Διεθνές Πρόγραμμα #PISA του #OECD, συζήτησαν για αλλαγές στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Με άρθρο του στο Capital.gr που φέρει τον τίτλο "Σχεδιάζοντας την Εκπαιδευτική Απάντηση της Ελλάδας στις Πραγματικότητες του 21ου αιώνα" και στον απόηχο των αποτελεσμάτων των μαθητών της Ελλάδας στον διεθνή διαγωνισμό PISA του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ο κ. Andreas Schleicher, Διευθυντής Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων του Οργανισμού, ο οποίος ηγείται του Προγράμματος Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών (PISA), κάνει μια πρώτη αξιολόγηση των ελληνικών αποτελεσμάτων και προτείνει μια "φαρμακευτική αγωγή". Ο κ. Andreas Schleicher φέρνει ως παράδειγμα μεταρρύθμισης την παροχή αυτονομίας σε κάθε σχολείο για να επιλέγει το ίδιο τους εκπαιδευτικούς που θα μπουν στην τάξη για να διδάξουν τους μαθητές.
Το άρθρο του στελέχους του ΟΟΣΑ
Σχεδιάζοντας την Εκπαιδευτική Απάντηση της Ελλάδας στις Πραγματικότητες του 21ου αιώνα
Του Andreas Schleicher*
Στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία, όπου η τεχνητή νοημοσύνη και η ψηφιοποίηση αναδιαμορφώνουν γρήγορα τον κόσμο, είναι ζωτικής σημασίας η διδασκαλία και η μάθηση να καινοτομούν για να διασφαλιστεί ότι η εκπαίδευση παραμένει σε διαρκή σχέση με τις παραπάνω εξελίξεις. Το Πρόγραμμα Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών (PISA) χρησιμεύει ως πυξίδα, καθοδηγώντας τις χώρες προς αποτελεσματικές εκπαιδευτικές πολιτικές, επιτρέποντας στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να συγκρίνουν τα εκπαιδευτικά συστήματα 81 χωρών και οικονομιών. Στα τελευταία αποτελέσματα, η Ελλάδα σημείωσε πτώση στη μέση επίδοσή της στα μαθηματικά, την κατανόηση κειμένου και τις θετικές επιστήμες - πέφτοντας στα χαμηλότερα επίπεδα που έχει καταγράψει ποτέ η PISA.
Ενώ η πανδημία COVID-19 είναι ένας παράγοντας που πιθανότατα επηρέασε τα αποτελέσματα, η Ελλάδα έχει δει μαθητές να σημειώνουν χαμηλότερες βαθμολογίες εδώ και αρκετό καιρό. Αυτή η φθίνουσα τάση είναι επίσης εμφανής σε πολλές άλλες χώρες. Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι επιδόσεις των μαθητών μειώνονται στην κατανόηση κειμένου και τις θετικές επιστήμες τουλάχιστον από το 2009. Αυτό δείχνει ότι τα υποκείμενα, μακροπρόθεσμα ζητήματα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη για την πτώση στις επιδόσεις. Δεν οφείλεται μόνο στον COVID.
Αυτό φυσικά έχει σημασία γιατί τα σχολεία μας σήμερα διαμορφώνουν τις οικονομίες, τις κοινωνίες και τις δημοκρατίες του αύριο. Τα μαθηματικά, η κατανόηση κειμένου και οι θετικές επιστήμες αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της εκπαίδευσης, παρέχοντας στα παιδιά απαραίτητες δεξιότητες και γνώσεις που είναι καθοριστικές για την προσωπική, ακαδημαϊκή και επαγγελματική ανάπτυξη. Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με τη σκληρή πραγματικότητα μιας βαθμολογίας κάτω από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ σε αυτά τα βασικά θέματα. Είναι σημαντικό ότι αυτό δεν αφορά μόνο τα αποτελέσματα σε φτωχά σχολεία σε φτωχές γειτονιές. Μάλιστα, οι διαφορές επιδόσεων μεταξύ των ελληνικών σχολείων είναι εντυπωσιακά μικρές. Οι χαμηλές επιδόσεις στην Ελλάδα είναι ένα θέμα για πολλούς μαθητές, σε πολλά σχολεία, σε πολλές γειτονιές.
Δεν είναι ότι οι Έλληνες μαθητές δεν μαθαίνουν τίποτα. Στην πραγματικότητα, οι Έλληνες μαθητές είναι πολύ καλοί στην αναπαραγωγή του περιεχομένου που έχουν μάθει. Αλλά ο σύγχρονος κόσμος δεν μας ανταμείβει πλέον μόνο για αυτά που γνωρίζουμε –η Google ξέρει τα πάντα– αλλά για όσα μπορούμε να κάνουμε με αυτά που γνωρίζουμε. Και οι Έλληνες μαθητές αγωνίζονται όταν πρέπει να προεκτείνουν από αυτά που γνωρίζουν και να εφαρμόσουν δημιουργικά τις γνώσεις τους σε νέες καταστάσεις, ακριβώς, δηλαδή, τα πράγματα που απαιτεί ο σύγχρονος κόσμος από τους ανθρώπους.
H PISA δείχνει ότι παίζουν ρόλο και άλλοι παράγοντες.
Για παράδειγμα, σημειώθηκε μείωση στο ποσοστό των Ελλήνων μαθητών που ανέφεραν ότι ο δάσκαλος έδειχνε ενδιαφέρον για τη μαθησιακή πορεία κάθε μαθητή και τους παρείχε επιπλέον βοήθεια. Πολλοί μαθητές μελετούν επίσης μαθηματικά σε ένα πειθαρχικό κλίμα που δεν είναι ευνοϊκό για τη μάθηση. Το 2022, περίπου το 35% των μαθητών στην Ελλάδα ανέφεραν ότι δεν μπορούν να αποδώσουν καλά στα περισσότερα ή σε όλα τα μαθήματα. Ένα ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό δεν ακούει τι λέει ο δάσκαλος στην τάξη (43%).
Φυσικά, αυτά είναι απλώς μια μικρογραφία ορισμένων από τα ευρήματα της PISA, και αυτό πρέπει να αναλυθεί μέσα σε ένα οικονομικό πλαίσιο. Μετά την οικονομική κρίση πριν από μια δεκαετία, η Ελλάδα γνώρισε σημαντική συρρίκνωση του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα σημαντικές περικοπές στον τομέα της εκπαίδευσης. Σήμερα, η σωρευτική δαπάνη ανά μαθητή στην Ελλάδα, για μαθητές ηλικίας από 6 έως 15 ετών, είναι πολύ κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.
Αυτές οι μειώσεις χρηματοδότησης είχαν προφανώς συνέπειες για τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τη μάθηση των μαθητών, αλλά η έλλειψη δαπανών από μόνη της δεν μπορεί να είναι ο μόνος λόγος που η Ελλάδα να υστερεί. Η Ελλάδα εξακολουθεί να ξεπερνά τις δαπάνες της Τουρκίας και του Βιετνάμ ανά μαθητή, χώρες οι οποίες πέτυχαν υψηλότερα αποτελέσματα στα μαθηματικά, την κατανόηση κειμένου και τις θετικές επιστήμες.
Τι πρέπει λοιπόν να γίνει;
Αυτό εναπόκειται σε άλλους να το αποφασίσουν, αλλά ο ΟΟΣΑ έχει ήδη συνεργαστεί εκτενώς με την Ελλάδα για λύσεις. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα θα πρέπει να έχουν περισσότερη πραγματική αυτονομία για να επιτυγχάνουν καλύτερα αποτελέσματα για τους μαθητές. Στην Ελλάδα, το 1% των μαθητών φοιτά σε σχολείο όπου οι διευθυντές έχουν την κύρια ευθύνη για την πρόσληψη εκπαιδευτικών, έναντι του μέσου όρου του ΟΟΣΑ που είναι 60%. Η βελτίωση της ποιότητας της διδασκαλίας θα πρέπει επίσης να αποτελεί προτεραιότητα, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης της κατάρτισης των εκπαιδευτικών και της επαγγελματικής τους εξέλιξης. Αν και δεν υπάρχουν εύκολες και γρήγορες λύσεις, η PISA προσφέρει έναν πολύτιμο πόρο για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής ώστε να αντλούν έμπνευση από άλλα έθνη. Είναι σημαντικό να αναλύονται όλα τα δεδομένα και να διασφαλίζεται ότι οι μεταρρυθμίσεις στοχεύουν στην αντιμετώπιση κομβικών αδυναμιών. Βλέποντας πέρα από τα σύνορά της, η Ελλάδα μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα, την ισότητα και την αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης και να διασφαλίσει ότι όλοι οι νέοι έχουν ένα ευημερούν μέλλον.
* O κ. Andreas Schleicher είναι Διευθυντής Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, ο οποίος ηγείται του Προγράμματος Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών (PISA), το οποίο αξιολογεί τις δεξιότητες 15χρονων μαθητών στα μαθηματικά, την κατανόηση κειμένου και τις θετικές επιστήμες σε 81 χώρες και οικονομίες.
πηγη:www.alfavita.gr