Οι μόνοι που αντέδρασα ήταν κάποιοι
δήμαρχοι και οι τοπικές κοινωνίες περιφερειακών πόλεων στις οποίες
λειτουργούν Τμήματα και οι οποίες στήριξαν την οποια μορφή ανάπτυξή τους
στους εισαγόμενους φοιτητές.
Η βάση του 10 πέραν του ότι έθετε
Πανεπιστήμια και Τ.Ε.Ι. σε μια ισότιμη βάση όσον αφορά το επίπεδο των
εισαγόμενων φοιτητών, αναδείκνυε και τα Τμήματα τα οποία εκ πραγμάτων
ήταν προβληματικά και τα οποία χωρίς κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα στην
αγορά εργασίας λειτουργούσαν απωθητικά στις προτιμήσεις των υποψηφίων
φοιτητών.
Με τη ρύθμιση αυτή ήδη είχε περιοριστεί ο
αριθμός εισακτέων και κατά την περίοδο εφαρμογής της και η ανωτάτη
εκπαίδευση έτεινε προς ένα επίπεδο εξορθολογισμού. Το κυριότερο όμως
στοιχείο ήτανε ότι η αναγκαιότητα της βάσης εισαγωγής είχε ήδη καταστεί
αποδεκτή από το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Και ξαφνικά χωρίς να τεθεί το θέμα αυτό
ούτε από τα Ιδρύματα, τα οποία το μόνο που ζητούσαν ήταν η μείωση του
αριθμού εισακτέων στα επίπεδα των αιτημάτων τους, αλλά ούτε και από
κάποιον άλλο ενδιαφερόμενο, το Υπουργείο Παιδείας αποφάσισε αψυχολόγητα
να επαναφέρει το προηγούμενο καθεστώς εισαγωγής. Δηλαδή να εισάγονται
όλοι σχεδόν οι υποψήφιοι σε κάποιο Τμήμα Τ.Ε.Ι. ανεξάρτητα της
βαθμολογίας τους. Και φυσικά οι πρώτοι οι οποίοι θίχθηκαν από την αλλαγή
αυτή ήταν τα Τμήματα χαμηλής ζήτησης τα οποία παρουσίασαν μεγαλύτερο
αριθμό εισακτέων αλλά επί της ουσίας σχεδόν ουδείς από τον επιπλέον αυτό
αριθμό εισακτέων δεν παρουσιάστηκε να φοιτήσει ή μάλλον απλώς
ενεγράφησαν σε κάποιο Τμήμα απλώς για να εξασφαλίσουν τα όποια φοιτητικά
προνόμια όπως πάσο κ.λπ.
Το Υπουργείο θα έπρεπε να αναλογιστεί το
κόστος το οποίο πλασματικά δημιουργείτο στα Ιδρύματα με την εγγραφή
φοιτητών φαντάσματα καθώς και το πρόβλημα το οποίο δημιουργείτο από τις
μεταγραφές μεγάλου αριθμού των φοιτητών αυτών στα κεντρικά – αστικά
Ιδρύματα. Ήταν μια ενέργεια αψυχολόγητη και πιθανόν εσκεμμένη, διότι με
τη λογική της διαφοροποίησης των Ιδρυμάτων Ανώτατης Εκπαίδευσης σε
Ιδρύματα δύο ταχυτήτων δηλαδή των υψηλόβαθμων και των χαμηλόβαθμων, το
έρισμα των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων για την ακαδημαϊκή τους
ανέλιξη εκμηδενίστηκε εκ νέου , παρά τις όποιες προσπάθειες που είχαν
καταβληθεί κατά την περίοδο 2004 2009 για τη συνεχή αναβάθμισή τους.
Παράλληλα αδυνάτησε και το όποιο επιχείρημα των Τ.Ε.Ι. που αφορούσε τα
επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων τους, δημιουργώντας και
ενισχύοντας και πάλι τα επιχειρήματα των γνωστών συντεχνιών ότι δεν
μπορούν φοιτητές του 2 του 3 ή του 5 να έχουν τα ίδια επαγγελματικά
δικαιώματα με τους αποφοίτους των Πανεπιστημιακών σχολών με τις μεγάλες
εισαγωγής.
Παρόλα αυτά , το Υπουργείο
αντιλαμβανόμενο ενδεχομένως το λάθος του, έσπευσε πέρυσι να αναστείλει
την εισαγωγή νέων φοιτητών σε 24 Τμήματα των Τ.Ε.Ι., ενώ για φέτος τα
μηνύματα μιλούν για αναστολή εισαγωγής ( στην ουσία στην αναστολή
λειτουργίας ή κοινώς κλείσιμο) σε αριθμό Τμημάτων υπερδιπλάσιο σε σχέση
με το ακαδημαϊκό έτος 2010-2012. Και μάλιστα με κριτήρια τα οποία έχουν
αμφισβητηθεί έντονα από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Αυτό σημαίνει με βάσει
τα όσα συμβαίνουν στην χώρα μας το τελευταίο διάστημα , ακαδημαϊκή
εφεδρεία !
Μήπως ήρθε η ώρα να επανέλθει και πάλι η
βάση εισαγωγής του 10 για την ανώτατη εκπαίδευση , ώστε και ο σκοπός
του Υπουργείου για την μείωση του αριθμού φοιτητών (ουσιαστικά περί
μείωσης δαπανών πρόκειται κάτω από τις σημερινές δυσμενείς οικονομικές
συνθήκες ) να επιτευχθεί , αλλά και η Τεχνολογική εκπαίδευση της χώρας
μας να λειτουργήσει ανταγωνιστικά μέσα στο ευρύτερο ανταγωνιστικό
εκπαιδευτικό τοπίο τόσο της χώρας μας όσο και του Ευρωπαϊκού;
Του Καθηγητή Δ.Π.Θ. Κωνσταντίνου Σούτσα
Πρώην Ειδικός Γραμματέας Τεχνολογικής Εκπάιδευσης